Mythical > Διαδρομή > Περιγραφή

OLYMPUS MYTHICAL TRAIL > Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ > ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

 

1. ΛΙΤΟΧΩΡΟ - ΚΟΡΟΜΗΛΙΑ 

Τμήμα Διαδρομής Επιμέρους απόσταση Συνολική απόσταση Επιμέρους ανάβαση Συνολική ανάβαση Επιμέρους κατάβαση Συνολική κατάβαση Υψόμετρο Σταθμού Ονομασία Σταθμού Όριο Αποκλεισμού
Λιτόχωρο Κορομηλιά 13,4 χλμ 13,4 χλμ 1100 μ+ 1100 μ+ 400 μ+ 400 μ- 1010 Κορομηλιά 3:00 ω

1. Η εκκίνηση του αγώνα δίνεται από το γενικό χώρο εκδήλωσης, στην τοποθεσία Λάκκος του Λιτοχώρου, μόλις 200 μέτρα από την πλατεία της κωμόπολης, στη ρεματιά του Ενιπέα, σε υψόμετρο 270 μέτρων. Μόλις σε 30 μέτρα απόσταση από τη γραμμή της εκκίνησης η διαδρομή μπαίνει σε στενό μονοπάτι με δυτική κατεύθυνση, κινούμενη επίπεδα σε πυκνή βλάστηση από θαμνόδεντρα. Μετά από 200 μέτρα προσεγγίζει σταδιακά την κοίτη του ποταμιού και το μονοπάτι κινείται ανάμεσα σε πλατάνια. Στα 800 μέτρα από το Λάκκο, προσεγγίζουμε μεταλλική γέφυρα, την οποία όμως δεν περνάμε απέναντι, την αφήνουμε στα αριστερά μας και ανηφορίζουμε με αρκετά μεγάλη κλίση, μπαίνοντας και πάλι σε θαμνότοπους λίγο μετά.

2. Από εδώ και πέρα και για περισσότερο από ένα χιλιόμετρο, το μονοπάτι κινείται σε πυκνή, θαμνώδη κυρίως βλάστηση και με μεγάλες κλίσεις συχνά, εναλλασσόμενες με κάποια διαλείμματα ηπιότερων κλίσεων, κρατώντας πάντα μια δυτική κατεύθυνση. Σε ανύποπτο σημείο το μονοπάτι βγαίνει στιγμιαία σε στροφή αυτοκινητόδρομου, στη θέση Ζηλνιά (Κ 2,3 - υψομ. 700) αλλά αμέσως ξαναχάνεται στο δάσος ανηφορίζοντας 4-5 πετρόχτιστα σκαλοπάτια. Από εδώ και πάνω η βλάστηση διαφοροποιείται αισθητά, με μεγάλα πεύκα πλέον αλλά και έλατα ως βλάστηση. Η κλίση συνεχίζει να είναι μεγάλη και έτσι συνεχίζοντας, μετά από ακόμα ένα και πλέον χιλιόμετρο, το μονοπάτι εξέρχεται σε μεγάλο ξέφωτο με θέα –για πρώτη φορά- προς τις κορυφές. Εδώ γίνεται πλέον επίπεδο και στο τέλος του ξέφωτου χωρίζει στα δύο. Εδώ είναι η θέση Χαντόλια (Κ 3,5 - υψομ.960) και η διαδρομή του αγώνα παίρνει το δεξί σκέλος. Από τη διακλάδωση αυτή ξεκινά κατήφορος μέσα σε δάσος οξιάς με βόρεια κατεύθυνση. Σύντομα ο κατήφορος εξομαλύνεται και αρχίζουν μικρά σκαμπανεβάσματα και τέλος, σε περίπου ένα χιλιόμετρο από τη διχάλα στου Χαντόλια, το μονοπάτι βγαίνει σε ασφάλτινο δρόμο! Εκεί ακολουθούμε την κατηφόρα του δρόμου στα δεξιά μας και σε 200 μέτρα φτάνουμε κάτω από το καταφύγιο «Δημήτρης Μπουντόλας» στην τοποθεσία «Σταυρός» (Κ 4,6 – υψομ.930). Ανηφορίζουμε μερικά σκαλοπάτια και φτάνουμε στο προαύλιο του καταφυγίου, όπου και το πρώτο σημείο ελέγχου του αγώνα!

3. Αναχωρώντας από εδώ, η διαδρομή φεύγει από το προαύλιο βόρεια κατηφορίζοντας 2-3 πέτρινα σκαλοπάτια και στη συνέχεια σε χορταριασμένο κατηφορικό μονοπάτι, στρέφεται αριστερά (δυτικά) και μπαίνει σε πυκνό δάσος οξιάς, όπου πλέον το μονοπάτι γίνεται πολύ φαρδύ, θυμίζοντας δρόμο. Από αυτό το σημείο και για τα επόμενα 2,5 χιλιόμετρα, ένα μοναδικό, επίπεδο μονοπάτι κινείται μέσα σε πυκνό δάσος που δημιουργεί θόλο -αν και είναι νύχτα για όλους, οπότε είναι δύσκολα αντιληπτός. Πρόκειται για το μονοπάτι που φτιάχτηκε πριν πολλά χρόνια δίπλα ακριβώς από το τσιμεντένιο, σκεπασμένο από πάνω αυλάκι (τσιμενταύλακας) ορατό σε αρκετά σημεία, που με φυσική ροή μετέφερε και συνεχίζει να μεταφέρει νερό από την τοποθεσία "Μάνα" στο "Σταυρό", που κάποτε φιλοξενούσε κοπάδια και κτηνοτρόφους. Όταν κάποια στιγμή το μονοπάτι συμβάλλει σε παλιό χωματόδρομο, τον ακολουθεί προς τη δεξιά και κατηφορική πλευρά του για 40 μόνο μέτρα, μέχρι να δούμε στο αριστερό άκρο του δρόμου μια τσιμεντένια κατασκευή (δεξαμενή). Ακριβώς εκεί, πινακίδες υποδεικνύουν στον αθλητή ότι πρέπει να αφήσει το δρόμο και να στραφεί αριστερά και ανηφορικά. Εδώ είναι η τοποθεσία "Μάνα", στο Κ-7 της διαδρομής και σε υψόμετρο 950 μέτρων.

4. Αφήνοντας το δρόμο, και περνώντας δίπλα από την τσιμεντένια δεξαμενή, σε 50 ακόμα μέτρα ακόμα φτάνουμε στη μικρή και ρηχή ρεματιά που κυλά τα νερά της πηγής, της «Μάνας» (μάνες αποκαλούνται οι πηγές στη λαϊκή γλώσσα) και μπαίνουμε σε ανηφορικό μονοπάτι. Σε ακόμα 50 μέτρα, το μονοπάτι συμβάλει σε ίχνος παλιού δρόμου, τον οποίο ακολουθεί για ελάχιστα (50 μέτρα) πριν αυτός σβήσει στον επόμενο ανήφορο και γίνει μονοπάτι! Το μονοπάτι αυτό συνεχίζει για ακόμα 50 μέτρα και στρίβει απότομα ανηφορικά αριστερά, ενώ ταυτόχρονα γίνεται ασαφές προς στιγμή. Σύντομα η κλίση σβήνει και μπαίνουμε και πάλι σε σαφέστατο μονοπάτι, που δεν διακόπτεται από τίποτα για το επόμενο ενάμισι χιλιόμετρο!

5. Το μονοπάτι τώρα πλαγιοδρομεί με κατεύθυνση βόρεια και μικρές ανηφόρες αλλά και αρκετές ευθείες, μέσα σε δάσος οξιάς αρχικά και πεύκου στη συνέχεια, όπως και ανάμικτο σε αρκετά σημεία. Καθώς πλησιάζει στην έξοδό του σε δρόμο, στην περιοχή του Σελώματος, το μονοπάτι σταδιακά επιτρέπει την οπτική επαφή με τον ανατολικό ορίζοντα (θάλασσα στα δεξιά), που στην περίπτωση του αγώνα θα προσφέρει τη νυχτερινή θέα της πιερικής ακτής με τα φώτα των οικισμών στους αγωνιζόμενους. Μια τελική αριστερή ανηφορική στροφή σε αραιή βλάστηση πεύκου, οδηγεί στην έξοδο του μονοπατιού σε υποτυπώδη δρόμο, που σε 50 μέτρα αριστερά συμβάλει σε κανονικό δασικό δρόμο, σε στροφή πάνω στην οποία υπάρχει και πάλι τσιμεντένια δεξαμενή νερού για λόγους πυρασφάλειας. Εδώ είναι η τοποθεσία Σέλωμα, στο Κ-9 της διαδρομής και σε υψόμετρο 1120 μέτρων.

6. Εδώ στη δεξαμενή παίρνουμε το δεξί μέρος του δρόμου, το οποίο είναι και εντελώς επίπεδο από κλίσεις. Υπάρχει σηματοδότηση νυχτερινή και ημερήσια πάνω σε κορμούς δέντρων στην άκρη του δρόμου, ώστε να επιβεβαιώσει άμεσα κανείς το σωστό ή το λάθος της κατεύθυνσης που πήρε. Μετά από ένα ακριβώς χιλιόμετρο πάνω στο δρόμο, φτάνουμε σε χαρακτηριστική αριστερή στροφή 90 μοιρών, όπου ο δρόμος κάνει και μεγάλο επίπεδο πλάτωμα. Εδώ ακριβώς αφήνουμε το δρόμο και μπαίνουμε σε κατηφορικό μονοπάτι, το οποίο ξεκινά από τη βόρεια πλευρά του πλατώματος! Σχετικές πινακίδες πληροφορούν ότι κατευθυνόμαστε προς την "Κορομηλιά".

7. Το μονοπάτι που αρχίζει από εδώ είναι κατηφορικό συνεχώς και κακής βατότητας! Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή, καθώς υπάρχουν αρκετές ρίζες δέντρων στο στενό σε πολλά σημεία ίχνος, που μπορούν να προκαλέσουν μικροατυχήματα, ειδικά μέσα στο σκοτάδι. Σε λιγότερο από 700 μέτρα από το ξεκίνημά του από το τέλος του δρόμου, το μονοπάτι περνά κάθετα από μικρό ρυάκι, που πηγάζει λίγο πιο πάνω και προσφέρει κρύο και πεντακάθαρο νερό. Τριγύρω, κυριαρχούν πολύ χοντροί κορμοί οξιάς. Συνεχίζοντας ακόμα 200 μέτρα, φτάνουμε σε σημείο όπου δεξιά μας (στον κατήφορο) υπάρχει μικρός γκρεμός, σε εκτεθειμένο πέρασμα! Απαιτείται προσοχή και καθόλου βιασύνη, αν και μέσα στο σκοτάδι είναι δύσκολο κανείς να διακρίνει το ακριβές σημείο του κινδύνου. Ωστόσο, εδώ υπάρχει σχετικό προειδοποιητικό σήμα, μόνιμα εγκατεστημένο. Αμέσως μετά, μια αριστερή στροφή και 50 μέτρα μονοπατιού, μας φέρνουν μέσα στην ξερή την εποχή του αγώνα ρεματιά του Ξυδιά, την οποία και περνάμε απέναντι περνώντας 2-3 βήματα σε λείες κροκάλες της κοίτης, και αμέσως ξεκινά απότομος ανήφορος!

8. Ο απότομος ανήφορος μετά τα πρώτα 50 μέτρα από την κοίτη εξομαλύνεται για λίγο και συνεχίζει αρκετά έντονος για ακόμα 50, πριν πάρει κάπως πιο ήπιες κλίσεις πλαγιοδρομώντας με βόρεια κατεύθυνση. Μικροί ανήφοροι διαδέχονται τις ευθείες και τους σύντομους κατήφορους, ενώ η σήμανση πάνω στους κορμούς των δέντρων είναι πυκνή (κάθε 30 μέτρα περίπου), καθώς το ίχνος είναι μέτριας βατότητας. Σταδιακά φτάνουμε σε πεδίο αρκετά βραχωμένο, όπου απαιτείται κάποια προσοχή στο βηματισμό. Μια σύντομη ανάβαση μας βγάζει σε "μπαλκόνι" με θέα ανατολικά και νότια, απ όπου την ώρα του αγώνα μόνο φώτα μπορεί κανείς να διακρίνει κάτω χαμηλά! Λίγο μετά, προσπερνάμε μια ρηχή σπηλιά ("πιστιριά" στην ντόπια γλώσσα) στα αριστερά μας, που μπορεί να προσφέρει καταφυγή σε περίπτωση βροχής και με σύντομη και πάλι ανηφόρα οδεύουμε σε οριστική εξομάλυνση του ανήφορου, σε ξέφωτο του δάσους με πυκνές φτέρες ανάμεσα σε πεύκα. Λίγο πιο πέρα, σχετική πινακίδα μας πληροφορεί ότι βρισκόμαστε στην τοποθεσία "Πατάτα", στο Κ-12 της διαδρομής.

9. Από εδώ το μονοπάτι αρχίζει να κατηφορίζει σταδιακά για ένα χιλιόμετρο, με ήπιες αρχικά και μεγαλύτερες στη συνέχεια κλίσεις, για να φτάσει σε ρεματιά, όπου υπάρχει μικρή πηγή και τις μέρες του αγώνα τουλάχιστον, το νερό της είναι διαθέσιμο με σωλήνα πάνω ακριβώς στο μονοπάτι! Περνώντας τη ρηχή αλλά υγρή κοίτη, το μονοπάτι βγαίνει με σύντομο ανήφορο σε πιο ξερό τοπίο πλέον, όπου βρίσκονται παλιές κορομηλιές, παρατημένες εδώ και πολλά χρόνια. Σε ακόμα 400 μέτρα ευθείας, το μονοπάτι βγαίνει σε πλάτωμα χωματόδρομου, ακριβώς κάτω από το καταφύγιο της Κορομηλιάς, το οποίο όμως δεν φαίνεται πίσω από τη βλάστηση! Ανηφορίζουμε 50 μέτρα προς την προφανή κατεύθυνση, από μονοπάτι και φτάνουμε στον προαύλιο χώρο του καταφυγίου, όπου και ο 1ος σταθμός (Κορομηλιά) του αγώνα, στο Κ-13 της διαδρομής και σε υψόμετρο 1020 μέτρων. Εδώ οι αθλητές μπορούν να βρουν τροφοδοσία και υδροδοσία. Eπιτρέπεται η παρουσία συνοδών των αθλητών. Η πρόσβαση στην Κορομηλιά με αυτοκίνητο (4Χ4 μόνο) γίνεται από την περιοχή του χωριού Δίον, γνωστού για τον αρχαιολογικό του χώρο.

 

2. ΚΟΡΟΜΗΛΙΑ - ΠΕΤΡΟΣΤΡΟΥΓΚΑ-1

Τμήμα Διαδρομής Επιμέρους απόσταση Συνολική απόσταση Επιμέρους ανάβαση Συνολική ανάβαση Επιμέρους κατάβαση Συνολική κατάβαση Υψόμετρο Σταθμού Ονομασία Σταθμού Όριο Αποκλεισμού
Κορομηλιά Πετρόστρουγκα 4,9 χλμ 18,3 χλμ 940 μ+ 2055 μ+ 22 μ+ 415 μ- 1950 Πετρόστρ. 5:00 ω

10. Από το καταφύγιο της Κορομηλιάς, ξεκινά η μακριά ανάβαση προς το Οροπέδιο των Μουσών, στο οποίο φτάνει μετά από 10 και πλέον χιλιόμετρα, έχοντας κερδίσει ανάβαση τουλάχιστον 2500 μέτρων! Αρχικά, το μονοπάτι κινείται σε πυκνό δάσος πεύκου, σύντομα όμως το αμιγές δάσος πεύκου μετατρέπεται σε μικτό, με άτομα οξιάς. Χαρακτηριστικό για τα πρώτα 2 χιλιόμετρα είναι το μαύρο λάστιχο που εφάπτεται του μονοπατιού, το οποίο υδροδοτεί το καταφύγιο από πηγή αρκετά ψηλότερα, στην καρδιά του βουνού. Μετά από τα πρώτα στριφογυρίσματα του μονοπατιού στις ανηφόρες πάνω απ το καταφύγιο, αρχίζουν τμήματα ανηφορικά μεν, χωρίς ιδιαίτερες στροφές δε, με μια μόνιμη δυτική κατεύθυνση αλλά με κλίσεις ανεκτές, ενώ το ίχνος είναι καλό.

11. Ένα χαρακτηριστικό τμήμα στο Κ-15 περίπου, είναι ένα κομμάτι δάσους που αποτελείται μόνο από μεγαλόκορμες οξιές. Εκεί, υπάρχει κι ένα πέτρινο παγκάκι για να ξεκουράζονται οι πεζοπόροι στην πορεία τους. Χάρη στη συγκεκριμένη βλάστηση, εδώ υπάρχει πάντα μια ξεχωριστή δροσιά το καλοκαίρι, τη νύχτα πιο χαρακτηριστική. Μερικές όμορφες στροφές του μονοπατιού σε αμιγές δάσος οξιάς, φέρνουν το μονοπάτι σ ένα μικρό και επίπεδο ξέφωτο του δάσους, στη "Μπάρα", σε υψόμετρο 1330 μέτρων. Εδώ τελειώνουν οι ήπιες κλίσεις του τελευταίου χιλιομέτρου και σχετικές πινακίδες πληροφορούν τον πεζοπόρο ότι στην αριστερή ανηφορική κατεύθυνση συνεχίζεται το μονοπάτι για την Πετρόστρουγκα.

12.  Αν προσέξει κάποιος το μαύρο λάστιχο ύδρευσης, θα διαπιστώσει ότι από το σημείο των πινακίδων και πιο πάνω, χάνεται πλέον! Κι αυτό γιατί συνεχίζει σε άλλη κατεύθυνση, οδεύοντας προς την πηγή από όπου μεταφέρει το νερό στο καταφύγιο. Ένας έντονος ανήφορος αρχικά, σηματοδοτεί αυτή την αλλαγή και είναι ξεκάθαρο το φαινόμενο. Το μονοπάτι γίνεται περισσότερο αδρύ και δεν έχει πλέον την αίσθηση της άνεσης που είχε μέχρι το μικρό επίπεδο ξέφωτο νωρίτερα. Αρχίζουν για μια ακόμα φορά τα καγκέλια (ζιγκ-ζαγκ), που υπάρχουν κάθε φορά στα μονοπάτια όταν αυτά ανηφορίζουν σε μεγάλες κλίσεις. Το ίχνος είναι σαφέστατο φυσικά και μάλιστα σποραδικά βρίσκει κανείς και σκαλοπάτια, που τοποθετήθηκαν για να γίνεται ευκολότερη η κίνηση των πεζοπόρων. Λίγο πιο πάνω (Κ-16, Υψ.1400) σε δεξιά ανηφορική στροφή βρίσκονται πράσινες πινακίδες με κίτρινα γράμματα σε δέντρο, οι οποίες πληροφορούν ότι δευτερεύον μονοπάτι που φεύγει στα αριστερά οδεύει προς την τοποθεσία "Τραμπάλα". Αυτό αποτελεί μια πληροφορία και μόνο, καθώς η διαδρομή του ΟΜΤ συνεχίζει στο κεντρικό μονοπάτι προς Πετρόστρουγκα.

13. Λίγα μέτρα πιο πάνω βρίσκουμε ξύλινα και τσιμεντένια σκαλοπάτια και οι στροφές του μονοπατιού συνεχίζονται, ενώ σταδιακά κάνουν την εμφάνισή τους τριγύρω κορμοί από πεύκα μεγαλύτερου υψομέτρου, με το χαρακτηριστικό τους λείο κορμό. Μετά από ατέλειωτες ακόμα κοφτές και ανηφορικές στροφές, το μονοπάτι βγαίνει σε χαρακτηριστικό επικλινές ξέφωτο, με πέτρινα για τους πεζοπόρους και χαμηλή σχετικά βλάστηση (Κ-16,5 Υψ.1780). Από εδώ, την τοποθεσία "Οξούλα" φαίνεται χαρακτηριστικά αλλά σε απόσταση το συγκρότημα των νότιων κορυφών του Ολύμπου (Καλόγερος). Στη συνέχεια και για αρκετή απόσταση, το μονοπάτι κινείται πάνω σε μια χαλαρή αλλά σαφή ράχη, με πυκνή βλάστηση πεύκου αλλά και οξιάς. Μετά από έναν χαρακτηριστικό ανεπαίσθητο κατήφορο λίγων βημάτων -το μόνο μέχρι εδώ από την Κορομηλιά- το μονοπάτι περνά κάτω από κάθετους βράχους στην αριστερή του πλευρά και κάνει μια απότομη ανάβαση μερικών δεκάδων μέτρων ανάμεσα σε οξιές, για να ξαναβγεί και πάλι στη ράχη λίγο μετά. Εκεί η κλίση μειώνεται χαρακτηριστικά και για λίγο το μονοπάτι γίνεται σχεδόν επίπεδο.

14. Στη συνέχεια, αρχίζει και πάλι η κλίση να αυξάνεται και το ίχνος να μην είναι τόσο ξεκάθαρο όσο πριν, ενώ κινείται δεξιά κι αριστερά μέσα σε πυκνό δάσος οξιάς. Υπάρχουν όμως παντού σημάδια που πληροφορούν τον πεζοπόρο για τη σωστή πορεία του. Μετά από 200 μέτρα περίπου σ αυτό το πεδίο, το μονοπάτι στρέφεται δεξιά και βγαίνει από το θόλο που δημιουργούσαν οι οξιές, σε μέρος με χαμηλό χορτάρι και αραιή βλάστηση νεαρών σχετικά ρόμπολων. Είναι το Κ-17,5 της διαδρομής και τώρα το μονοπάτι κινείται με μειωμένη κλίση ανάμεσα στο καταπράσινο έδαφος που περιτριγυρίζεται από τα χαρακτηριστικά ρόμπολα. Μετά από 200 ακόμα μέτρα, μια κοφτή αριστερή στροφή του μονοπατιού και κάποιοι φυτευτοί βράχοι τριγύρω σηματοδοτούν την έξοδό του στα παλιοκόπρια της Πετρόστρουγκας. Υπολείμματα από πρόχειρες κατασκευές δείχνουν ότι στο πολύ πρόσφατο παρελθόν εδώ υπήρχαν κτηνοτρόφοι με τα κοπάδια τους αλλά όχι πια εδώ και λίγα χρόνια. Εκτεταμένο επικλινές λιβάδι, παρουσιάζει μόνιμα εικόνα βομβαρδισμένου τοπίου από το σκάψιμο των υπεράριθμων αγριογούρουνων που αναζητούν την τροφή τους κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Σε 100 περίπου μέτρα, το σχεδόν εξαφανισμένο μονοπάτι συμβάλλει στο κεντρικό μονοπάτι που ανηφορίζει προς το "Οροπέδιο". Σ αυτό το σημείο, οι αθλητές του αγώνα συναντούν τον Σταθμό "Πετρόστρουγκα-1", σε υψόμετρο 1950 μέτρων.

 

3. ΠΕΤΡΟΣΤΡΟΥΓΚΑ - ΟΡΟΠΕΔΙΟ

Τμήμα Διαδρομής Επιμέρους απόσταση Συνολική απόσταση Επιμέρους ανάβαση Συνολική ανάβαση Επιμέρους κατάβαση Συνολική κατάβαση Υψόμετρο Σταθμού Ονομασία Σταθμού Όριο Αποκλεισμού
Πετρόστρουγκα Οροπέδιο 5,8 χλμ 24,1 χλμ 770 μ+ 2770 μ+ 55 μ+ 455 μ- 2700 Οροπέδιο 7:30 ω

15. Η συνέχεια της πορείας του αγώνα γίνεται με την επιστροφή (μπρος-πίσω) των αθλητών στα τελευταία 100 μέτρα που είχαν διανύσει πάνω στο κεντρικό μονοπάτι, όπως αναφέρθηκε πριν. Μετά, συνεχίζουν πάνω σ αυτό, για τα επόμενα πέντε τουλάχιστον χιλιόμετρα, μέχρι το μονοπάτι να φτάσει στο "Οροπέδιο των Μουσών", όπου και ο επόμενος σταθμός υποστήριξης. Το ίχνος από εδώ και πέρα είναι απόλυτα σαφές και δεν μπορεί να συγκριθεί σε βατότητα με αυτό που ακολούθησαν οι αθλητές μέχρι να φτάσουν από την Κορομηλιά στην Πετρόστρουγκα, καθώς χρησιμοποιείται καθημερινά το καλοκαίρι από εκατοντάδες πεζοπόρους αλλά και καραβάνια μουλαριών που κουβαλούν εφόδια στα καταφύγια του Οροπεδίου. Αυτό γίνεται άμεσα σαφές και αντιληπτό, με το πλάτος του μονοπατιού να ξεπερνά το αντίστοιχο του προηγούμενου μονοπατιού και το ίχνος απόλυτα ξεκάθαρο. Από εδώ και πέρα, εξαιτίας του εξαιρετικού ίχνους, σταματά και η σηματοδότηση με τα ασπροκόκκινα σήματα πάνω σε δέντρα ή (και) βράχους. Αυτή πλέον περιορίζεται στην υφιστάμενη σηματοδότηση του συγκεκριμένου μονοπατιού, για την οποία η διοργάνωση του ΟΜΤ δεν φέρει καμία ευθύνη και δεν έχει καμία ανάμιξη.

16. Το μονοπάτι αρχικά κινείται με μικρές κλίσεις ανάμεσα σε αραιή βλάστηση μεγαλόκορμων ρόμπολων αλλά σχετικά σύντομα -όχι περισσότερο από 1,5 χιλιόμετρα- η βλάστηση αρχίζει να γίνεται χαμηλότερη, καθώς βρισκόμαστε πια σε υψόμετρο 2200 μέτρων, όπου βρίσκεται και το όριο της βλάστησης εδώ στον Όλυμπο. Από εδώ και πάνω ξεκινά η αποκαλούμενη "αλπική ζώνη" του βουνού, όπου φύονται ελάχιστα δέντρα (ρόμπολα), σε θαμνώδη μορφή. Η έξοδος του μονοπατιού στην αλπική ζώνη σηματοδοτείται από μια μεγάλη ανάβαση, με το μονοπάτι να στριφογυρίζει συνεχώς για να μειώσει τις κλίσεις. Σε κάποια σημεία κατακερματίζεται σε διαφορετικά σκέλη, όμως όλα ενώνονται και πάλι λίγο πιο πάνω σε ένα. Η μακρά ανάβαση διαρκεί λιγότερο από δύο χιλιόμετρα, καθώς το μονοπάτι τελειώνει το σκαρφάλωμά του στην όμαλή κορυφή της "Σκούρτας" (2476μ), κομβικό σημείο για την ανάβαση στο Οροπέδιο των Μουσών. Είναι χαρακτηριστικό ότι το μονοπάτι περνά ελάχιστα μέτρα από το τριγωνομετρικό τσιμεντένιο κολωνάκι της κορυφής, πριν πάρει μια βουτιά λίγων δεκάδων μέτρων για να βρεθεί στον αποκαλούμενο "Λαιμό" της Σκούρτας, τη μία και μοναδική ράχη-οδό σύνδεσης της Σκούρτας με το Οροπέδιο. Είναι η μοναδική κατηφόρα που μπορεί να συναντήσει κάποιος στο μακρύ δρόμο προς το Οροπέδιο των Μουσών.

17. Το τοπίο πάνω στο Λαιμό κόβει την ανάσα, ειδικά στα δεξιά του μονοπατιού, με χαοτικούς γκρεμούς που δίνουν την εντύπωση ότι οδηγούν στην άβυσσο! Μπροστά, ξεπροβάλουν για πρώτη φορά οι ψηλές κορυφές του Ολύμπου, με την εικονική μορφή του Στεφανιού ή "Θρόνου του Δία" (2912μ) να δεσπόζει ανάμεσά τους, στην εικόνα του οποίου χρωστά σε μεγάλο βαθμό τη φήμη του το "βουνό των θεών". Ο "Λαιμός" έχει μήκος περίπου ένα χιλιόμετρο και βρίσκεται σε υψόμετρο 2400 μέτρων. Καθώς η ράχη αυτή σβήνει προσεγγίζοντας την απέναντι πλευρά που ορθώνεται απότομη μπροστά, το μονοπάτι πλαγιοδρομεί πλέον σε βραχωμένο πεδίο και ξεκινά έναν ανήφορο με καγκέλια, για να ολοκληρώσει λίγο ψηλότερα την προσέγγιση στο Οροπέδιο με ένα σύντομο, ομαλό, φαρδύ αλλά και αρκετά εκτεθειμένο πέρασμα, με το γκρεμό στα δεξιά, το αποκαλούμενο "Πέρασμα του Γιώσου" (απ' το όνομα του ορειβάτη Γιώσου Αποστολίδη).

18. Αμέσως μετά γίνεται σαφές ότι το πεδίο τριγύρω αλλάζει θεαματικά! Από βραχώδες και απόκρημνο, γίνεται ομαλό και χωμάτινο, χορταριασμένο. Λίγο πιο πέρα κι ενώ η κλίση μειώνεται θεαματικά, υπάρχει διχάλα στο μονοπάτι, με το δεξί σκέλος να είναι και αυτό που αφορά τον αγώνα, οδεύοντας προς το καταφύγιο «Γιώσος Αποστολίδης», όπου και ο 3ος σταθμός υποστήριξης (το αριστερό σκέλος κατευθύνεται στο έτερο καταφύγιο του Οροπεδίου, το "Χρήστος Κάκκαλος"). Μπαίνοντας δεξιά, βλέπουμε μεταλλικούς στύλους να είναι τοποθετημένοι κατά μήκος του. Πρόκειται για χειμερινή σήμανση, όταν το βαθύ χιόνι σκεπάζει τα πάντα και μόνο οι κορυφές των στύλων εξέχουν για να δείξουν στους ορειβάτες το δρόμο για το καταφύγιο! Σε περίπου ένα χιλιόμετρο διαδρομής σε αλπικά λιβάδια το μονοπάτι φτάνει στο καταφύγιο, σε υψόμετρο 2699 μέτρων, όπου το Κ-24 της διαδρομής, όπου βρίσκεται και ο 3ος σταθμός υποστήριξης του αγώνα, με την ονομασία "Οροπέδιο". ΠΡΟΣΟΧΗ: Εδώ βρίσκεται το πρώτο όριο χρονικού αποκλεισμού, στις 8:00 ώρες!

 

4.  ΟΡΟΠΕΔΙΟ - ΜΠΑΡΑ 

Τμήμα Διαδρομής Επιμέρους απόσταση Συνολική απόσταση Επιμέρους ανάβαση Συνολική ανάβαση Επιμέρους κατάβαση Συνολική κατάβαση Υψόμετρο Σταθμού Ονομασία Σταθμού Όριο Αποκλεισμού
Οροπέδιο Μπάρα 8,4 χλμ 32,6 χλμ 615 μ+ 3500 μ+ 940 μ+ 1405 μ- 2365 Μπάρα ΟΧΙ

19. Από το καταφύγιο ακολουθούμε το μονοπάτι που κατευθύνεται προς το Στεφάνι και τα Ζωνάρια, με νότια κατεύθυνση. Κατηφορίζει λίγο αρχικά, για να συγκλίνει με το κεντρικό στα 100 μέτρα και στη συνέχεια όντας πάνω στο κεντρικό, το ακολουθούμε προσπερνώντας το Στεφάνι χαμηλά στη βάση των γκρεμών που χάσκουν από πάνω από το μονοπάτι, την ώρα που από την κάτω πλευρά επικρατεί μια παρόμοια κατάσταση με επικίνδυνα μεγάλες κλίσεις! Στο τέλος, βγαίνουμε σε αυχένα (κόκα όπως αποκαλούνται στην ντόπια γλώσσα αυτά τα σημεία) και μπροστά μας ανοίγεται μια πανοραμική εικόνα που κόβει την ανάσα. Από εδώ υπάρχει εικόνα 180 μοιρών στα ανατολικά και στα νότια, με τη θάλασσα να ξεπροβάλλει στα αριστερά. Λίγα ανηφορικά βήματα ακόμα και ξεκινά ένας μεγάλος κατήφορος σε έντονα κακοτράχαλο πεδίο, με φυτευτό και κοφτερό βράχο. Η πλαγιά απόκρημνη και πάλι, με χαρακτηριστικούς γεωλογικούς σχηματισμούς πετρωμάτων σε ζώνες, οι οποίες έδωσαν και την ονομασία «Ζωνάρια» στην περιοχή αυτή, που είναι ορατή από το Λιτόχωρο, με τις ζώνες να σχηματίζουν ξεκάθαρα παράλληλες γραμμές με μια ελαφρά κλίση σε σχέση με το οριζόντιο επίπεδο. Σε ένα χιλιόμετρο κατάβασης που σταδιακά εξομαλύνει την κλίση του το μονοπάτι και στο τέλος έρχεται με μερικά ζιγκ-ζαγκ κατηφορικά να συμβάλει σε άλλο με μορφή «Τ», εξίσου φαρδύ και σαφές. Εδώ είναι η τοποθεσία Μεσοράχι, στο Κ-26 και σε υψόμετρο 2500 μέτρων, όπου και Σημείο Ελέγχου του αγώνα.

20. Εδώ στρεφόμαστε δεξιά και μετά από μια σύντομη ευθεία ξεκινά ένας σκληρός ανήφορος, ο σκληρότερος στον αγώνα συνολικά, αν συνεκτιμηθεί το τερέν και το υψόμετρο της περιοχής που φτάνει στα 2800 μέτρα. Η ανάβαση γίνεται μονοκόμματα, χωρίς καγκέλια στο μονοπάτι και αυτό δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την προσπάθεια. Το ίδιο και η απουσία σκαλοπατιών, σε κλίσεις που θα ήταν αναγκαίο κάτι τέτοιο. Εδώ αποκτά μεγάλη αξία η χρήση μπατόν για τους αθλητές, καθώς μόνο η υποστήριξή τους μπορεί να δώσει σταθερό πάτημα σ αυτό το επικλινές έδαφος. Μετά από ένα περίπου χιλιόμετρο η κλίση εξομαλύνεται και το μονοπάτι στρέφεται σταδιακά αριστερά, κατευθυνόμενο προς το ψηλότερο σημείο στον ορίζοντα δυτικά, την κορυφή Σκολιό, στα 2906 μέτρα, που είναι και το μέγιστο υψόμετρο στη διαδρομή του αγώνα συνολικά! Καθώς κατευθυνόμαστε προς το Σκολιό και με το μονοπάτι να είναι πια επίπεδο, στα δεξιά μας ξεπροβάλλουν μέσα από τους χαοτικούς γκρεμούς των «Καζανιών» οι κορυφές του Μύτικα και του Στεφανιού. Λίγες ανηφορικές στροφές του μονοπατιού και βγαίνουμε στο Σκολιό, όπου και Σημείο Ελέγχου του αγώνα. Εδώ είναι το Κ-28,9 της διαδρομής και έχουμε καλύψει περισσότερη από τη μισή συνολική υψομετρική διαφορά (3400 μέτρα).

21. Από την κορυφή του Σκολιού, η διαδρομή στρέφεται νότια και κατηφορίζει σύντομα σε ομαλή ράχη με την ίδια κατεύθυνση. Πρόκειται για τη ράχη που συνδέει το σύμπλεγμα των κεντρικών κορυφών μέσω Σκολιού με τη νοτιότερη απόληξη τους, την κορυφή του Αγίου Αντωνίου ή Αγιαντώνη (2817μ). Το πεδίο εδώ είναι αλπικό, χωρίς ίχνος βλάστησης και με αρκετή ψιλή, σπασμένη, γκρίζα πέτρα τριγύρω. Οι κλίσεις είναι ανεπαίσθητες και το μονοπάτι εμφανές, απλά απαιτεί την προσοχή μας καθώς δεν υπάρχει βλάστηση τριγύρω για να το προσδιορίσει με μεγαλύτερη σαφήνεια. Αρχικά, το μονοπάτι κατηφορίζει με αρκετή κλίση από την κορυφή του Σκολιού, αλλά όχι για πολύ. Σταδιακά η κλίση εξομαλύνεται και σε λίγο ακόμα το μονοπάτι κινείται σε μηδενικές κλίσεις. Είναι μεν σαφές το ίχνος, απαιτεί ωστόσο προσοχή, ειδικά σε συνθήκες μειωμένης ορατότητας, καθώς τα σύννεφα καλύπτουν το έδαφος συχνά στη διάρκεια της μέρας. Πέτρες σποραδικά, οριοθετούν το μονοπάτι, στα δύσκολα σημεία του. Η κίνηση γίνεται με νότια κατεύθυνση και σε υψόμετρο περίπου στα 2700 μέτρα. Μετά από μια πρώτη δεξιά ανοιχτή στροφή, και αφού είναι σαφές ότι πλέον στα αριστερά μας όπως κινούμαστε υπάρχει πλαγιά που κατηφορίζει, περνούν ακόμα 100-200 μέτρα και το μονοπάτι κάνει αριστερή ανοιχτή στροφή. Σ αυτό ακριβώς το σημείο, την χρονική περίοδο του αγώνα συνήθως υπάρχει υπόλειμμα χιονιού! Το ανάγλυφο εδώ είναι τέτοιο που το χειμώνα στοιβάζεται ασυνήθιστα μεγάλη ποσότητα χιονιού και το μονοπάτι σβήνει εκεί, καθώς «θάβεται» μέσα στο χιόνι! Εδώ, η διοργάνωση συνήθως παρακάμπτει τη χιονούρα αυτή από την κάτω πλευρά της με σήμανση, που σε κάθε περίπτωση καθοδηγεί τον αθλητή ώστε να μη χάσει τη διαδρομή (πρακτικά, ακολουθούμε το όριο του χιονιού, έχοντάς το στα δεξιά μας, κατηφορίζοντας αρχικά και ανηφορίζοντας στη συνέχεια, μέχρι να ξαναπέσουμε πάνω στο μονοπάτι). Αμέσως μετά, η σήμανση επαναφέρει τους αθλητές με έναν μικρό απότομο ανήφορο λίγων μέτρων ξανά στο μονοπάτι, το οποίο βέβαια είναι εμφανέστατο.

22. Το τοπίο γύρω είναι εντελώς γυμνό από βλάστηση ενώ η κατηφορική του κλίση είναι μικρή και σταδιακά καθώς αυτό βγαίνει πάνω σε ράχη με θέα δεξιά κι αριστερά, σχεδόν εκμηδενίζεται. Η σήμανση εδώ είναι εμφανέστατη, με μεταλλικούς πασσάλους και στοίβες από πέτρες, η μια πάνω στην άλλη. Λίγο μετά η ευθεία γίνεται και πάλι ανήφορος, με χαρακτηριστικό όμως το ίχνος του μονοπατιού, που κινείται σε περισσότερο πετρώδες τοπίο από ότι προηγουμένως και κινείται εμφανώς πάνω σε ράχη. Λίγο πιο πάνω εμφανίζεται ένα κτίσμα σχεδόν στο τέρμα του ανήφορου. Πρόκειται για ένα παλιό κτίριο που χτίστηκε πριν πολλά χρόνια για να στεγάσει μετεωρολογικό σταθμό, ακριβώς κάτω από την κορυφή του Αγιαντώνη, μόλις 10 μέτρα χαμηλότερα από το ψηλότερο σημείο εκεί, που φτάνει στα 2817 μέτρα. Εδώ στο Κ-31 της διαδρομής και μπροστά στο κτίριο, βρίσκεται Σημείο Ελέγχου όπου καταγράφεται το πέρασμα των αθλητών! Το κτίσμα μπορεί να προσφέρει προσωρινό καταφύγιο σε περίπτωση κακών καιρικών συνθηκών.

23. Από εδώ ξεκινά ένας κακοτράχαλος κατήφορος ενός χιλιομέτρου, ο πιο απότομος σε όλη τη διαδρομή του αγώνα! Η κλίση μεγάλη και το έδαφος σαθρό με πέτρες ελεύθερες που δυσκολεύουν την κίνηση. Ωστόσο το ίχνος είναι αρκετά σαφές για την ποιότητα του εδάφους και το χαρακτηριστικό είναι οι μεταλλικοί πάσσαλοι που τοποθετήθηκαν πριν χρόνια με σκοπό τον προσανατολισμό των ορειβατών σε χειμερινές συνθήκες. Απαιτείται προσοχή και ο πιο σίγουρος τρόπος κίνησης είναι ο εντοπισμός του αμέσως επόμενου πασσάλου από τον προηγούμενο. Η απόσταση μεταξύ των πασσάλων δεν είναι σταθερή αλλά ο μέσος όρος είναι περίπου 20 μέτρα. Σύντομα, η απότομη κατάβαση τελειώνει και αυτό γίνεται αισθητό με τη μείωση της κλίσης, ενώ στο βάθος ξεπροβάλει ένα μικρό κτίσμα, προς το οποίο κατευθυνόμαστε. Όσο η κλίση μειώνεται, τόσο το ίχνος γίνεται πιο αχνό, όμως σύντομα το μονοπάτι συναντά έναν υποτυπώδη χωματόδρομο –μετά βίας ξεχωρίζουν οι ροδιές πάνω του- τον οποίο και ακολουθούμε στα αριστερά και κατηφορικά, έχοντας πια ακόμα πιο κοντά στο οπτικό μας πεδίο το μικρό κτίριο με τη χαρακτηριστική στέγη, όπως και τις μεγάλες μεταλλικές εγκαταστάσεις της χιονοδρομικής πίστας που λειτουργεί εκεί το χειμώνα. Σύντομα φτάνουμε στην καλύβα, η οποία λειτουργεί σαν ορειβατικό καταφύγιο ανάγκης «Μηγκοτζίδης». Εκεί βρίσκεται και ο σταθμός υποστήριξης «Μπάρα», σε υψόμετρο 2360 μέτρων, στο Κ-33 της διαδρομής.

5.  ΜΠΑΡΑ - ΚΑΡΥΑ

Τμήμα Διαδρομής Επιμέρους απόσταση Συνολική απόσταση Επιμέρους ανάβαση Συνολική ανάβαση Επιμέρους κατάβαση Συνολική κατάβαση Υψόμετρο Σταθμού Ονομασία Σταθμού Όριο Αποκλεισμού
Μπάρα Καρυά 16,7 χλμ 49,0 χλμ 280 μ+ 3625 μ+ 1720 μ+ 3070 μ- 870 μ Καρυά 14:00 ω

24. Από το καταφύγιο, η διαδρομή ακολουθεί για τα πρώτα 50 μέτρα το δρόμο της επιστροφής σχεδόν, ανηφορίζοντας και πάλι πίσω, κάπου εκεί όμως η διαδρομή παίρνει άλλη κατεύθυνση, καθώς στρέφεται ανατολικά. Στα πρώτα 150 μέτρα από το σταθμό, το μονοπάτι ισορροπεί σε ευθεία κλίση και κατηφορίζει ελαφρά, πάντα σε γυμνό, αλπικό τοπίο, ενώ ταυτόχρονα σχηματοποιείται καλύτερα το ίχνος του στο έδαφος. Μετά από κάποιες ασήμαντες στροφές, το μονοπάτι σταθεροποιείται σε μια πλαγιά την οποία και πλαγιοδρομεί σε ευθεία για ένα χιλιόμετρο, χωρίς ανεβάσματα ή κατεβάσματα. Στη συνέχεια, μια δεξιά στροφή 90 μοιρών γυρνά τη διαδρομή προς τον νότο και το μονοπάτι βγαίνει σταδιακά από πλαγιά σε κάτι σαν κεκλιμένο, κατηφορικό οροπέδιο. Εδώ είναι η τοποθεσία «Μπάρες» (=μικρές εποχικές λίμνες), ένα τεράστιο αλπικό βοσκοτόπι στην ουσία, που παλιότερα φιλοξενούσε τα καλοκαίρια μεγάλα κοπάδια ζώων. Τώρα πια, συχνάζουν εδώ μικρά κοπάδια από άγρια, ελεύθερα άλογα. Στην περίπτωση που ο καιρός είναι κλειστός από σύννεφα, κάτι συνηθισμένο στην περιοχή, απαιτείται προσοχή από εδώ που το μονοπάτι κινείται σε επίπεδες εκτάσεις και στα επόμενα 1000 μέτρα, καθώς το ίχνος είναι μεν σαφές, βρίσκεται όμως σε πεδίο γυμνό από βλάστηση και σε κάποιο βαθμό σε αποσαθρωμένο χωμάτινο έδαφος, το οποίο μπορεί να προκαλέσει σύγχυση σε ανύποπτο χρόνο. Γνωρίζοντας αυτή την ιδιομορφία της περιοχής, η διοργάνωση του αγώνα σηματοδοτεί πυκνά το τμήμα αυτό με διάφορους τρόπους, προκειμένου να διασφαλίσει τη ασφαλή διέλευση των αθλητών από αυτό το κρίσιμο τμήμα της διαδρομής. Το τέλος του κρίσιμου τμήματος είναι μια μικρή ανηφόρα, με το ίχνος να γίνεται όλο και πιο αδύναμο, μέχρι να ενωθεί με ένα σαφέστατο και με ξεκάθαρο και φαρδύ ίχνος, στο Κ-35 της διαδρομής. Το νέο αυτό μονοπάτι, κινείται δεξιά (νότια) και ελαφρά ανηφορικά. Για το επόμενο 1,5 χιλιόμετρο το μονοπάτι κινείται σε πλαγιά και έχει ανεπαίσθητα ανηφορική κλίση, με τον ανήφορο της πλαγιάς στα αριστερά μας και τον κατήφορο στα δεξιά μας. Φτάνοντας στον αυχένα που σχηματίζουν οι κορυφές Κακάβρακας και Μεταμόρφωση, η κλίση του μονοπατιού γίνεται μεγαλύτερη, για να εκμηδενιστεί στο τέλος και να βγει σε κάτι που περισσότερο θυμίζει οροπέδιο παρά διάσελο! Εκεί, σε υψόμετρο 2510 μέτρα και στο Κ-37 της διαδρομής, βρίσκεται το Σημείο Ελέγχου «Σκαμνιά», όπου γίνεται καταγραφή (μόνο) των αθλητών.

25. Από εδώ και μετά ξεκινά ένας μεγάλος και συνεχόμενος κατήφορος σε αλπικό, γυμνό τοπίο, ο οποίος διαρκεί 6 χιλιόμετρα σε σαφές ίχνος στην περιοχή «Σαράντα Καγκέλια», που πήρε το όνομά της από τα συνεχόμενα, σχεδόν ατελείωτα ζιγκ-ζαγκ του μονοπατιού στην πλαγιά. Η βλάστηση αποτελείται στα πρώτα 3-4 χιλιόμετρα από χορτάρι και μόνο! Η σηματοδότηση εδώ δεν είναι πυκνή λόγω απουσίας δασικής βλάστησης, όμως είναι επαρκής πάνω σε βράχους δίπλα από το μονοπάτι και δεν αφήνει αμφιβολίες. Σημειωτέον, πως το μονοπάτι έχει και παλιά ξεθωριασμένη σήμανση με το χαρακτηριστικό «Ο2» σε μεταλλικές πινακίδες πάνω σε πασσάλους, αποτελώντας κάποτε το ομώνυμο μονοπάτι με αυτόν τον κωδικό. Πιο κάτω κάνουν την εμφάνισή τους σποραδικά κάποια πρώτα μοναχικά δέντρα και θα χρειαστεί αρκετός δρόμος ακόμα μέχρι το τοπίο να χαρακτηρίζεται από πυκνή βλάστηση πεύκων, που σχηματίζουν πλέον δάσος.

26. Η νότια πλευρά του Ολύμπου δεν χαρακτηρίζεται από πυκνή βλάστηση σε αυτά τα υψόμετρα. Καθώς η διαδρομή κινείται πλέον μέσα σε βλάστηση πεύκου, το μονοπάτι γίνεται φαρδύτερο και σαφέστερο και η κλίση του εξομαλύνεται συνεχώς, χωρίς πλέον τα χαρακτηριστικά καγκέλια. Στο τέλος φτάνουμε σε ένα μεγάλο πλάτωμα-ξέφωτο, στο οποίο φτάνει και κτηνοτροφικός-δασικός χωματόδρομος. Εδώ ακολουθούμε τον κατηφορικό δρόμο που ανοίγεται μπροστά μας αλλά μόνο για 20 μέτρα, για να φύγουμε εκεί στα δεξιά, σε αραιό θαμνότοπο με υποτυπώδες μονοπάτι. Σε ελάχιστα μέτρα βγαίνουμε σε γυμνή πλαγιά συνεχίζουμε ελάχιστα στο μονοπάτι και μετά η διαδρομή για τα επόμενα 150 μέτρα κατηφορίζει στο πουθενά, με κατεύθυνση όμως μια τσιμεντένια κατασκευή που φαίνεται εκεί χαμηλά. Αυτή είναι η περίφημη "Χαρβαλόβρυση", μια ποτίστρα για αγελάδες που βόσκουν στην περιοχή, σε υψόμετρο 1405μ, στο Κ-44 της διαδρομής. Ακριβώς εκεί βρίσκεται ο 6ος σταθμός του αγώνα, ο οποίος προσφέρει στοιχειώδη μόνο τροφοδοσία και άφθονο παγωμένο νερό από την πηγή.

27. Από τη Χαρβαλόβρυση, η διαδρομή ακολουθεί έναν παλιό επίπεδο δρόμο για 500 μέτρα, ο οποίος συμβάλει σε έναν κάπως πιο κεντρικό δρόμο και ακολουθεί την κατηφορική του πορεία δεξιά για άλλα 300 πριν τον αφήσει κι εκείνον, μπαίνοντας αριστερά σε καταπράσινο λιβάδι, στην τοποθεσία "Ταμπούρια" (πινακίδα στο κέντρο του λιβαδιού). Αυτό που γίνεται εδώ, στη χάραξη της διαδρομής, έχει να κάνει με τη συντόμευσή της, μια και ο χωματόδρομος που μόλις έμεινε εκτός χάραξης, απλά κάνει μερικά άσκοπα ζιγκ-ζαγκ κατηφορίζοντας ακριβώς προς την ίδια κατεύθυνση. Συνεπώς, το μονοπάτι κόβεται σε 3-4 περιπτώσεις από τον δρόμο, ωστόσο η σήμανση είναι ξεκάθαρη και με κάθε μέσο. Ακόμα πάντως κι αν κάποιος δεν δει τα σημάδια, το μόνο που έχει να κάνει είναι να ακολουθήσει το δρόμο, η απώλεια χρόνου μετριέται σε δευτερόλεπτα μόνο! Όταν τελειώσει η κατηφορική κλίση και επιπεδωθεί το έδαφος, βρισκόμαστε μπροστά σε μια διχάλα του δρόμου. Εμείς παίρνουμε το δεξί σκέλος, το οποίο κινείται επίπεδα, χωρίς ιδιαίτερες κλίσεις, με νότια κατεύθυνση. Μετά από 300+ μέτρα, βλέπουμε πινακίδες αριστερά μας, με την ένδειξη "Προβατοπάζαρο", η τοποθεσία που βρισκόμαστε. Εδώ ακριβώς αφήνουμε το δρόμο να συνεχίσει και μπαίνουμε αριστερά σε λιβάδι. Γρήγορα το λιβάδι τελειώνει και ξεκινά πυκνό δάσος ενώ το μονοπάτι που σχηματίζεται και είναι ξεκάθαρο, ανηφορίζει ελαφρά και σταδιακά ακόμα περισσότερο, δίνοντας την εντύπωση ότι κάτι δεν πάει καλά, αφού νωρίτερα έχουμε δει το χωριό κάτω χαμηλά. Σε κάποιο του ξέφωτο, το μονοπάτι μας χαρίζει πανοραμική θέα χαμηλά προς την Καρυά και πάλι. Λίγο μετά, ξεκινά ένας μεγάλος κατήφορος μέσα στο δάσος, με αρκετά μεγάλες κλίσεις σε κάποιες περιπτώσεις αλλά και κοφτές, απότομες στροφές. Η κατάβαση διαρκεί για 1,5 χιλιόμετρο, απόσταση στην οποία η απώλεια υψομέτρου είναι της τάξης των 400 μέτρων. Η έξοδος από το δάσος μας φέρνει να βγαίνουμε σε χωματόδρομο που κινείται κατηφορικά και περιφερειακά της Καρυάς. Έχοντας πάρει δεξιά και κατηφορική κατεύθυνση, κινούμαστε για ένα χιλιόμετρο ομαλά, πριν ο δρόμος μας συμβάλει με την κεντρική άσφαλτο, που περνά από τα όρια του χωριού. Σε ακόμα 100 μέτρα στο πεζοδρόμιο της ασφάλτου, φτάνουμε στον προαύλιο χώρο ενός δημόσιου κτιρίου, στον οποίο φιλοξενείται ο επόμενος σταθμός του αγώνα, ο 7ος, ο οποίος είναι και ο πλέον κεντρικός και κομβικός για την εξέλιξη του αγώνα. Βρισκόμαστε στο Κ-49 της διαδρομής, σε υψόμετρο 870 μέτρων. Εδώ περιμένουν τους αθλητές τα drop-bag τους αλλά και το 4ο ενδιάμεσο όριο χρονικού αποκλεισμού για τους πιο αργούς, στις 14 ώρες.

6.   ΚΑΡΥΑ - ΠΗΓΑΔΙ

Τμήμα Διαδρομής Επιμέρους απόσταση Συνολική απόσταση Επιμέρους ανάβαση Συνολική ανάβαση Επιμέρους κατάβαση Συνολική κατάβαση Υψόμετρο Σταθμού Ονομασία Σταθμού Όριο Αποκλεισμού
Καρυά Πηγάδι 14,0 χλμ 63,0 χλμ 780 μ+ 4405 μ+ 255 μ+ 3325 μ- 1410 Πηγάδι ΟΧΙ

28. Αναχωρώντας από το σταθμό της Καρυάς, ακολουθούμε τον κεντρικό δρόμο που οδηγεί στην καρδιά του χωριού μετά από 200 ανηφορικά μέτρα. Το γνωστό μοτίβο εδώ, με πλάτανο, βρύση και όμορφη πλατεία με ταβέρνες, στα αριστερά μας καθώς ανηφορίζουμε. Λίγο μετά η διαδρομή στρίβει δεξιά και μπερδεύεται σε στενά δρομάκια του χωριού, για να φτάσει στο τέλος στην άκρη, όπου ανηφορίζει σε ξωκκλήσι κι από εδώ, μετά από λίγα μέτρα χωματόδρομου ξεκινά μονοπάτι ανηφορικό, μέσα σε θαμνότοπους με πουρνάρια. Μετά από 500 μέτρα, το μονοπάτι διασταυρώνεται με χωματόδρομο και συνεχίζει απέναντι και πάλι σε θαμνότοπους. Το ίχνος του μονοπατιού είναι καλό και η σταθερή σήμανση με χρώμα στους βράχους, πυκνή. Τελικά, μετά από ακόμα 700 ανηφορικά μέτρα, η κλίση εκμηδενίζεται και το μονοπάτι βγαίνει και πάλι στο χωματόδρομο αλλά αυτή τη φορά η διαδρομή ακολουθεί το δρόμο προς τα αριστερά για 400 μέτρα, μέχρι την πρώτη στροφή του (δεξιά), όπου και χτιστό εικονοστάσι απέναντι.

Εδώ ακριβώς, στη στροφή, βγαίνουμε δεξιά και κατηφορικά στο μονοπάτι που ξεκινά και είναι η συνέχεια της διαδρομής μας για τα επόμενα τρία χιλιόμετρα, μέχρι το Μπιχτέσι. Το μονοπάτι αυτό έχει βαθιά ιστορία, καθώς είναι η κεντρική  μουλαρόστρατα, το «Καρυώτικο Μονοπάτι» που στα παλιά χρόνια συνέδεε την Καρυά με το Λιτόχωρο και τη Μονή Αγίου Διονυσίου, στην καρδιά του Ολύμπου. Ένα εξαιρετικό μονοπάτι, φαρδύ και καλογραμμένο, ικανό να δεχτεί φορτωμένα ζώα, κατηφορίζει ελαφρά στα πρώτα 200 μέτρα του και στη συνέχεια διατηρεί μηδενικές κλίσεις και βορεινή κατεύθυνση γενικά. Τριγύρω βλάστηση από πουρνάρια και κέδρους, τυπική σε αυτή την προσήλια, νότια πλευρά του Ολύμπου. Το μονοπάτι φτάνει μετά από 2 χιλιόμετρα από το Σέλωμα σε χαρακτηριστική ρεματιά με ρυάκι και πλούσια βλάστηση από τεράστια έλατα. Συνεχίζοντας μέσα στο δάσος που εναλλάσσει τη βλάστησή του με αείφυλλα, πλατύφυλλα και κωνοφόρα, το μονοπάτι βγαίνει σταδιακά σε δύο μεγάλα ξέφωτα, χάνοντας το ίχνος του πρόσκαιρα, ωστόσο η σήμανση είναι σαφής. Μετά το τέλος και του δεύτερου ξέφωτου ακολουθούν ακόμα 500 μέτρα μονοπατιού και φτάνουμε στη βρύση στην τοποθεσία «Μπιχτέσι», σημείο αναφοράς για την κτηνοτροφική κοινότητα της Καρυάς. Μπροστά από τη βρύση περνά ο κεντρικός χωματόδρομος που είχαμε συναντήσει νωρίτερα στο Σέλωμα. Εδώ στη βρύση, σε υψόμετρο 1270 μέτρων και στο Κ-55, βρίσκεται το μέσον της συνολικής διαδρομής του αγώνα και ο 5ος σταθμός υποστήριξης με την ονομασία «Μπιχτέσι».

28. Μετά το σταθμό η διαδρομή συνεχίζει δεξιά, πάνω πλέον στον χωματόδρομο, ο οποίος στα πρώτα 200 μέτρα ανηφορίζει ελαφρά και βγαίνει στο αχανές λιβάδι-βοσκοτόπι του Μπιχτέσι. Τριγύρω είναι ορατές 3-4 κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις και αρκετές αγελάδες που βόσκουν αμέριμνες στα λιβάδια (τα σκυλιά είναι αρκετά ήμερα και δεν επιτίθενται σε πεζούς). Ακολουθούμε τη νοητή ευθεία, μια και εδώ υπάρχει μια διακλάδωση του δρόμου στα δύο, ο αριστερός από τους δύο κλάδους είναι ο σωστός (υπάρχει σήμανση), ο οποίος δείχνει να κατηφορίζει αμυδρά καταρχήν. Συνεχίζουμε πάνω του για ένα σχεδόν χιλιόμετρο, αφήνοντας στα αριστερά δύο διαδοχικές διακλαδώσεις που καταλήγουν λίγο μετά σε στάβλους. Στην 3η αριστερή διχάλα στρίβουμε κι εμείς! Ένα S του δρόμου ανηφορικό ελαφρά μας φέρνει στο ξεκίνημα μιας ευθείας του δρόμου αυτού και στο βάθος φαίνεται ότι ο δρόμος οδηγεί σε ελατοδάσος, έχοντας φύγει οριστικά από τα βοσκοτόπια. Παραμένουμε μέσα στο δρόμο για τα επόμενα 3,5 χιλιόμετρα και τον ακολουθούμε, χωρίς να φύγουμε δεξιά ή αριστερά! Καθώς η απόσταση κυλά, διαπιστώνουμε ότι θάμνοι ξεπροβάλουν μπροστά μας μέσα στο δρόμο, ακόμα και βράχοι, ο οποίος σταδιακά δείχνει όλο και περισσότερο εικόνα εγκατάλειψης, με γρασίδι φυτρωμένο παντού. Εδώ υπάρχει και σηματοδότηση του αγώνα, για επιβεβαίωση αλλά και άλλη σηματοδότηση (κίτρινο/κόκκινο) από τοπικούς ορειβατικούς συλλόγους.

29. Σε κάποια δεξιά και κατηφορική φουρκέτα του δρόμου, ο οποίος στο μεταξύ έχει καταστεί απόλυτα αδιάβατος από αυτοκίνητο, όντας μονοπατόδρομος πλέον, κάπου στο Κ-54 και σε υψόμετρο 1350 μέτρων, υπάρχει έντονη σήμανση που δείχνει το ξεκίνημα ενός μονοπατιού το οποίο και ακολουθεί και η διαδρομή του αγώνα. Το μονοπάτι φεύγει κατευθείαν κατηφορικά και είναι εντελώς ασαφές και επικίνδυνο στα πρώτα λίγα μέτρα του, πάνω σε σωρούς από βράχους που έσπρωξε κάποτε η μπουλντόζα χαράζοντας τον δρόμο αυτόν. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα αναγκαστικό ξεκίνημα του μονοπατιού, αφού μέχρι εδώ η διαδικασία χάραξης του δρόμου το κατέστρεψε ολοκληρωτικά! Τελειώνοντας τα πρώτα 50 μέτρα της απότομης αυτής κατάβασης, μπαίνουμε πλέον στο κανονικό μονοπάτι, το οποίο είναι φαρδύ, καλογραμμένο και κινείται χωρίς κλίσεις, επίπεδα. Πρόκειται για το ίδιο μονοπάτι, το «Καρυώτικο» που είχαμε ακολουθήσει για 3 χιλιόμετρα νωρίτερα ως τη βρύση στο Μπιχτέσι και το οποίο στη συνέχεια χάθηκε από τους δρόμους, για να το ξανασυναντήσουμε εδώ!

30. Μετά από μερικές εναλλαγές και ενώ είμαστε πλέον μέσα στο δάσος πεύκου και οξιάς, το μονοπάτι ξεκινά μια σύντομη βουτιά και σύντομη ευθεία στο χαμηλότερο σημείο, μια στεγνή ρεματιά με αρκετή σπασμένη πέτρα τριγύρω. Σταδιακά πλέον, το μονοπάτι ξεκινά την ανάβασή του και την πορεία του για 3 χιλιόμετρα, η οποία πλαγιοδρομεί στο «Μέγα Πλάι», μια σειρά από διαδοχικές πλαγιές του βουνού με νότιο προσανατολισμό. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο κυρίαρχη βλάστηση εδώ αποτελεί το πεύκο. Όσο για το μονοπάτι, αυτό κινείται σταθερά σε υψόμετρα 1350-1400 μέτρων με μικρά σκαμπανεβάσματα κάθε τόσο. Η σήμανση αλλά και το ίχνος είναι σε όλο αυτό το ανάπτυγμα ξεκάθαρα και σε κανένα σημείο δεν τίθεται θέμα αμφιβολίας, παρά το γεγονός ότι το ίχνος δεν είναι καλό σε όλο το μήκος αλλά καθίσταται μέτριο κάπου-κάπου. Η θέα από εδώ είναι προς το χαμηλότερο βουνό του Κάτω Ολύμπου, που βρίσκεται στα νότια και χωρίζεται από τον Πάνω Όλυμπο με δυο βαθιές ρεματιές που οδηγούν προς τη θάλασσα. Το χαρακτηριστικό στοιχείο εδώ είναι πως πουθενά δεν υπάρχει κάποια διασταύρωση με άλλο μονοπάτι ή κάποια διακλάδωσή του! Κάποια στιγμή, γίνεται μια ανηφορική έξοδος του μονοπατιού σε ξέφωτο πάνω σε πλατιά ράχη. Φτάνοντας εκεί, μπορούμε να δούμε μπροστά και χαμηλά, σε απόσταση 300 μέτρων περίπου, ένα κτίσμα. Πρόκειται για το καταφύγιο στην τοποθεσία «Άνω Πηγάδι», στο οποίο μας οδηγεί ή σαφής σήμανση στο εκτεταμένο ξέφωτο. Στο καταφύγιο αυτό φτάνει κακής βατότητας χωματόδρομος από την παραλιακή Λεπτοκαρυά. Εδώ, σε υψόμετρο 1400 μέτρων και στο Κ-58 της διαδρομής, βρίσκεται ο 6ος ομώνυμος σταθμός του αγώνα. Προσοχή! Στο σταθμό αυτόν γίνεται έλεγχος του υποχρεωτικού εξοπλισμού όλων ανεξαιρέτως των αθλητών. 

7.  ΠΗΓΑΔΙ - ΑΗΓΙΑΝΝΗΣ 

Τμήμα Διαδρομής Επιμέρους απόσταση Συνολική απόσταση Επιμέρους ανάβαση Συνολική ανάβαση Επιμέρους κατάβαση Συνολική κατάβαση Υψόμετρο Σταθμού Ονομασία Σταθμού Όριο Αποκλεισμού
Πηγάδι Αηγιάννης 11,3 χλμ 75,0 χλμ 212 μ+ 4417 μ+ 1025 μ+ 4100 μ- 585 Αηγιάννης 19:00 ω

31. Από το καταφύγιο η διαδρομή ακολουθεί το χωματόδρομο που βρίσκεται στην πίσω πλευρά του και υψομετρικά 4-5 μέτρα ψηλότερα, με κατεύθυνση αρχικά δυτική. Ο χωματόδρομος είναι επίπεδος, χωρίς κλίσεις, με εξαίρεση μια ανεπαίσθητη κατηφορική προοπτική στο ανάπτυγμα του 1,3 χιλιομέτρου μέχρι εκεί που πλέον σταματά ως «τυφλός», στο Κ-60. Η συνέχεια της διαδρομής είναι από εκεί και για τα επόμενα 6 χιλιόμετρα πάνω σε μονοπάτι! Στην πραγματικότητα συνεχίζουμε πάνω στο Καρυώτικο Μονοπάτι, που λίγο μετά περνά στην επικράτεια του Λιτοχώρου. Αρχικά, το μονοπάτι κινείται χωρίς σοβαρές μεταβολές υψομετρικά, μέσα σε δάσος με μεγαλόκορμα πεύκα και σε λίγο βγαίνει σε μεγάλο ξέφωτο (τοποθεσία Πνάκια), για να ξαναμπεί σε δάσος, οξιάς όμως τώρα, μια και ο προσανατολισμός της πλαγιάς έχει αλλάξει και ευνοεί την ανάπτυξη πλατύφυλλων. Εδώ το μονοπάτι αποκτά για λίγο μια ανηφορική κλίση και σύντομα γίνεται πάλι επίπεδο, με φαρδύ ίχνος, σημάδι της σημασίας και χρήσης του στο παρελθόν! Κάποια στιγμή προσπερνά μια μικρή, ξύλινη βρύση που στέκει 7-8 μέτρα πιο ψηλά απ’ το μονοπάτι. Το νερό της λιγοστό τους καλοκαιρινούς μήνες αλλά παγωμένο! Βρισκόμαστε ήδη στο ονομαστό Δάσος της Μάλτας, που χαρακτηρίζεται από τις μεγάλες οξιές, καθώς έχουν βορεινό προσανατολισμό οι πλαγιές εδώ και καθώς το δάσος δεν ξυλεύεται, δεκαετίες τώρα! Σταδιακά κατηφορίζουμε, με το μονοπάτι να χάνει σε βατότητα, με πέτρες και ρίζες, αφού εδώ και χρόνια στο συγκεκριμένο τμήμα ξέφυγε από την παλιά χάραξη. Λίγο μετά, κάπου στο Κ-62 της διαδρομής περνάμε μια ρηχή ρεματιά, με χαρακτηριστικό τη βράχινη κοίτη της! Είναι η τοποθεσία «Αγαστέρνες», όπου το καλοκαίρι κυλά πλέον ελάχιστο νερό, που φυσικά είναι πόσιμο, καθώς πηγάζει εκεί δίπλα. Αμέσως μετά από το χαρακτηριστικό αυτό σημείο βγαίνουμε σε πλαγιά και πάλι, η οποία όμως δείχνει να έχει πολύ φτωχή βλάστηση, σε μια αρκετά εκτεταμένη περιοχή (πάνω από 500 μέτρα για το μονοπάτι). Η εξήγηση βρίσκεται στο ότι κάποτε εδώ μια μεγάλη πυρκαγιά κατέκαψε μια μεγάλη έκταση και όσο κι αν πέρασαν χρόνια από τότε, ελάχιστα ήταν τα δέντρα εκείνα που φύτρωσαν και κυρίως κάποιες καχεκτικές λεύκες. Εδώ χωρίς να υπάρχει αμφιβολία για το ίχνος του μονοπατιού χρειάζεται λίγη παραπάνω προσοχή για περίπου 50-60 μέτρα. Σταδιακά η βλάστηση επανέρχεται λίγο πιο πέρα, με αραιά πεύκα που σύντομα πυκνώνουν και μπροστά μας ανάμεσα από τους κορμούς ξεπροβάλει στο βάθος η θάλασσα αλλά και ο οικισμός του Λιτοχώρου! Είμαστε στη «Ράχη Κωστή» στο Κ-63 της διαδρομής.

32. Από εδώ το μονοπάτι κάνει χαρακτηριστική βουτιά στις δασωμένες πλαγιές μπροστά του κατευθυνόμενο βόρεια σε γενικές γραμμές. Στην αρχή περνά από αμιγές δάσος πεύκου, όπου δεξιά κι αριστερά βλέπουμε πεσμένους ξερούς κορμούς, απομεινάρια της μεγάλης πυρκαγιάς που λίγο πιο πίσω κατέκαψε τα πάντα. Εδώ είναι η περιοχή του «Ζήσκα». Κατηφορίζοντας κι άλλο μπαίνουμε σταδιακά σε δάσος οξιάς, η κατηφορική κλίση γίνεται ηπιότερη και η δασική βλάστηση πυκνώνει περισσότερο. Κάποια στιγμή το μονοπάτι ανηφορίζει, για λίγο όμως, πριν ξαναπάρει τις κατηφόρες, περνώντας από χαρακτηριστικές, όμορφες γωνιές, που κάποτε ήταν τόποι κτηνοτρόφων και τώρα η βλάστηση κυρίεψε τα πάντα. Το ίχνος του μονοπατιού ωστόσο είναι ξεκάθαρο ανάμεσα σε ψηλόκορμα δέντρα και φτέρες που φτάνουν στο ύψος του ανθρώπου! Σταδιακά, και ενώ κατηφορίζουμε κι άλλο, αρχίζει να ακούγεται στο βάθος η βουή από νερό που κυλάει σε ρεματιά. Είναι σημάδι πως πλησιάζουμε στην κεντρική ρεματιά της «Σκανταλιάρας». Ένας απότομος σχετικά κατήφορος μέσα σε πυκνό δάσος οξιάς μας φέρνει σε ρυάκι, το οποίο το μονοπάτι περνά απέναντι. Είναι το ρέμα του «Κωστή», κάπου στο Κ-65 της διαδρομής. Εννοείται πως το νερό είναι πεντακάθαρο και πόσιμο, έχει δε καλή ροή ακόμα και τους καλοκαιρινούς μήνες. Ένας σύντομος ανήφορος υπάρχει αμέσως μετά, με χαρακτηριστικούς μεταλλικούς στύλους στα αριστερά του μονοπατιού, αμέσως μόλις περάσουμε το ρυάκι! Πρόκειται για υπολείμματα της παλιάς περίφραξης του πυρήνα του Εθνικού Δρυμού, τα οποία τοποθετήθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Μετά το σύντομο ανήφορο ακολουθεί οριστικά πλέον ένας μακρύς κατήφορος σε πυκνό δάσος οξιάς, με τα σημάδια της περίφραξης να έχουν διαρκή παρουσία στα αριστερά του μονοπατιού κι αυτό γιατί όταν οριοθετήθηκε τότε ο αποκαλούμενος «πυρήνας», λήφθηκε μέριμνα να μην αποκλείσει το μονοπάτι που αποτελούσε τον κεντρικό άξονα μετακινήσεων κτηνοτρόφων και υλοτόμων. Σε λιγότερο από ένα χιλιόμετρο μετά το Ρέμα Κωστή το μονοπάτι βγαίνει σε χωματόδρομο, συναντώντας ένα ξύλινο κιόσκι και ένα ακόμα ρυάκι να κυλά εκεί, στο Κ-66 της διαδρομής και σε υψόμετρο 850 μέτρα.

33. Από εδώ η διαδρομή του ΟΜΤ ακολουθεί το αριστερό σκέλος του δρόμου, άρα ο αθλητής περνά τα νερά που κυλούν στην απέναντι πλευρά τους και κινείται πάνω στον δασικό δρόμο με ανατολική κατεύθυνση για τα επόμενα 2,3 χιλιόμετρα. Ο δρόμος είναι καλής βατότητας για τα αυτοκίνητα και αρκετά φαρδύς, έχει δε σήμανση της διαδρομής σε αραιά διαστήματα πάνω σε κορμούς δέντρων. Μετά από μια ανάβαση του δρόμου και μια ευθεία του στη συνέχεια, με τη θέα να ανοίγει στα δεξιά αποκαλύπτοντας περιοχές που περάσαμε νωρίτερα αλλά και τη θάλασσα μπροστά στο βάθος, φτάνουμε σε αριστερή στροφή 90 μοιρών. Ακριβώς εκεί, στο Κ-69 της διαδρομής, αφήνουμε το δρόμο και βγαίνουμε δεξιά και κατηφορικά σε υποτυπώδες μονοπάτι με εξαιρετική όμως σήμανση. Αρχικά προσπερνάμε κατηφορίζοντας απότομα και ένα μικρό τσιμεντένιο κτίσμα και αμέσως μετά το μονοπάτι εξομαλύνεται εντελώς και στρέφεται αριστερά. Μέσα σε πυκνό δάσος ακολουθούμε το καλογραμμένο μονοπάτι για περίπου 400 μέτρα και βγαίνουμε σε ξέφωτο! Εδώ ακριβώς, άλλο κατηφορικό μονοπάτι φεύγει κι αυτό απότομα δεξιά και κρύβεται σε λίγα μέτρα μέσα σε ψηλούς θάμνους (πουρνάρια). Πρόκειται για ένα δύσκολο και αρκετά επικίνδυνο για πτώσεις τμήμα της διαδρομής, ίσως η πλέον επικίνδυνη κατηφόρα σε όλη τη διαδρομή των 100 χιλιομέτρων! Εδώ είναι τόσες πολλές οι λεπτομέρειες αλλά και τόση η φροντίδα για το μονοπατιού που δεν υπάρχει λόγος αναλυτικότερης περιγραφής αυτών των 800 μέτρων. Η απώλεια υψομέτρου είναι θεαματική πάντως καθώς μέσα σε 700 μέτρα το επίπεδο κατεβαίνει 200 μέτρα! Μια μικρή ευθεία ανάμεσα σε ψηλούς κορμούς δέντρων και το τέλος γίνεται με έξοδο στην πρασινάδα του κεντρικού χώρου του δασικού πάρκου του Αηγιάννη, όπου και ο 7ος ομώνυμος σταθμός του αγώνα, στον προαύλιο χώρο της μικρής εκκλησίας του Αηγιάννη, στο Κ-70 και σε υψόμετρο 585 μέτρων. Εδώ βρίσκεται και το δεύτερο και τελευταίο ενδιάμεσο χρονικό όριο αποκλεισμού, στις 19:00 ώρες αγώνα.

8.  ΑΗΓΙΑΝΝΗΣ - ΠΡΙΟΝΙΑ

Τμήμα Διαδρομής Επιμέρους απόσταση Συνολική απόσταση Επιμέρους ανάβαση Συνολική ανάβαση Επιμέρους κατάβαση Συνολική κατάβαση Υψόμετρο Σταθμού Ονομασία Σταθμού Όριο Αποκλεισμού
Αηγιάννης Πριόνια 10,3 χλμ 91,0 χλμ 1350 μ+ 6000 μ+ 875 μ+ 5225 μ- 1090 Πριόνια 27:00 ω

34. Ο επόμενος σταθμός είναι 5 χιλιόμετρα μακρύτερα, στην Τσουκνίδα (Κ-75) στα οποία η διαδρομή κερδίζει 740 μέτρα ανάβασης. Ένα μεγάλο στοίχημα για τους αθλητές οι οποίοι έχουν διανύσει μέχρι εδώ σχεδόν 70 χιλιόμετρα δύσκολης διαδρομής. Συνεχίζοντας από το πάρκο του Αηγιάννη, ακολουθούμε το πλακόστρωτο μέχρι να βγούμε σε 150 μέτρα στον χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων, όπου αφού διανύσουμε ακόμα 50 μέτρα πάνω στην άσφαλτο, στρίβουμε απότομα αριστερά σε ανηφορική πυκνοδασωμένη πλαγιά, όπου κυριαρχούν τα έλατα. Τα πρώτα 300 μέτρα έχουν αρκετά απότομη κλίση και αρκετά καγκέλια. Στη συνέχεια το μονοπάτι γίνεται σχεδόν επίπεδο και με μικρές ήπιες ανηφόρες κερδίζει λίγο ακόμα υψόμετρο και βγαίνει σε κάτι ανάμεσα σε φαρδύτερο μονοπάτι και ρεματιά ταυτόχρονα, όπου συναντάμε πλαστικές σωλήνες μεταφοράς νερού. Εκεί ανηφορίζουμε αριστερά για μόλις 10 μέτρα και στρίβουμε δεξιά και ανηφορικά, όπου συνεχίζει το μονοπάτι που ως εδώ ακολουθούσαμε (σχετική και η σταθερή σήμανση πάνω στα δέντρα. Σε ακόμα 100 μέτρα συναντάμε χωματόδρομο, στον οποίο μπαίνουμε και ακολουθούμε προς την αριστερή και ανηφορικά κατεύθυνση για τα επόμενα 600 μέτρα. Εκεί, μπαίνουμε και πάλι σε μονοπάτι στα δεξιά μας, το οποίο ανηφορίζει αρκετά απότομα αρχικά μέσα σε δάσος πεύκου. Ήδη βρισκόμαστε σε υψόμετρο 750 μέτρα και πλήθος από στροφές για τα επόμενα 500 μέτρα, όπου σε υψόμετρο 840 μέτρων βρισκόμαστε μπροστά σε διακλάδωση του μονοπατιού (σχετικές πινακίδες υπάρχουν μόνιμα εδώ). Εδώ είναι η τοποθεσία Ντελή και ακολουθούμε το αριστερό σκέλος, αυτό που κατευθύνεται προς το Λιβαδάκι στο οποίο φτάνει μετά από ακόμα 8 χιλιόμετρα.

35. Συνεχίζουμε με ήπια ανηφορική κλίση, που λίγο μετά εκμηδενίζεται εντελώς και για περίπου ένα χιλιόμετρο και το μονοπάτι κινείται στο ίδιο επίπεδο σε πυκνή βλάστηση πεύκου και πλατύφυλλων. Μετά, η φυσιολογική κλίση επανέρχεται σταδιακά και λίγο αργότερα ξεκινά ένας μακρόσυρτος ανήφορος με το μονοπάτι να στριφογυρίζει δεξιά και αριστερά ανάμεσα σε αραιά, μεγάλα και ψηλά πεύκα, με ξεκάθαρο όμως ίχνος. Αφού περάσει αρκετή πορεία σε μονότονο τοπίο πευκοδάσους, το μονοπάτι μπαίνει για λίγα μέτρα σε κάτι σαν τούνελ που σχηματίζουν χαμηλά και πυκνά πεύκα και αμέσως μετά βγαίνει σε ξέφωτο-μπαλκόνι, με ανοιχτή θέα προς τον νότο μόνο. Εδώ είναι η περιοχή της Κάτω Τσουκνίδας, σε υψόμετρο 1200 μέτρων, στο Κ-74 της διαδρομής. Στροφή του μονοπατιού προς τα δεξιά, λίγες ευθείες και ξανά ανάβαση, ήπια όμως, μέσα σε δάσος με μεγαλόκορμα πεύκα για κάτι λιγότερο από ένα χιλιόμετρο. Εκεί, το μονοπάτι βγαίνει και πάλι σε ξέφωτο με θέα προς το βορρά αυτή τη φορά και βρισκόμαστε στην τοποθεσία «Πάνω Τσουκνίδα» στο Κ-75 στα 1330 μέτρα υψόμετρο. Στο τέλος του ξέφωτου συναντάμε τον 8ο Σταθμό του αγώνα αλλά και Σημείο Ελέγχου «Τσουκνίδα». Ακριβώς εκεί δίπλα, το μονοπάτι περνά ανάμεσα από παλιούς, σκουριασμένους μεταλλικούς πασσάλους, που κάποτε οριοθετούσαν κάποτε τον πυρήνα του Εθνικού Δρυμού.

36. Η διαδρομή τώρα στρέφεται βορειοανατολικά, κάνοντας στροφή 180 μοιρών και ξεκινά να κατηφορίζει στη Ράχη Τσουκανάρα, με αρχικό προορισμό τη χαμηλή κορυφή Γκόλνα (1033μ) περίπου 2,5 χιλιόμετρα μακρύτερα. Η αρχική ήπια κλίση του μονοπατιού σε δάσος πεύκου, σταδιακά γίνεται μεγαλύτερη και το μονοπάτι κινείται ανάμεσα σε αμιγές δάσος πεύκου αλλά με καλή ορατότητα τριγύρω για εκείνον που κινείται στην περιοχή, Ο κατήφορος συνεχίζεται για 1,2 χιλιόμετρα μετά το σταθμό «Τσουκνίδα» και στη συνέχεια ακολουθεί ένα ευθύγραμμο τμήμα 200 μέτρων που καταλήγει σε έναν μικρό ανήφορο (υψομετρική 50+) σε τοποθεσία πάνω σε ράχη, με θέα τις ψηλές κορυφές του βουνού. Η τοποθεσία ονομάζεται «Μελισσαριά» ή «Μελίσσια» και έχει υψόμετρο 1070 μέτρα. Από εδώ το μονοπάτι συνεχίζει με αρκετά μικρά σκαμπανεβάσματα για ένα ακόμα χιλιόμετρο πάνω στην πευκόφυτη ράχη και στο τέλος φτάνει στην ομώνυμη κορυφή (Γκόλνα 1033μ), όπου και σχετικό τριγωνομετρικό (τσιμεντένια κολώνα) που σηματοδοτεί την κορυφή. Στα 30 μέτρα μετά το τριγωνομετρικό, το μονοπάτι στρέφεται αριστερά (δυτικά) και αρχίζει να κατηφορίζει. Στα 200 μέτρα από τη στροφή αυτή φτάνει σε διασταύρωση τύπου «Τ» με κεντρικό μονοπάτι και πινακίδες κατεύθυνσης πάνω σε κορμό δέντρου. Εδώ, στο Κ-77,5 της διαδρομής του αγώνα και σε υψόμετρο 1000 μέτρων, ακολουθούμε το αριστερό σκέλος του μονοπατιού, το οποίο με δυτική κατεύθυνση ξεκινά να κατηφορίζει με πολύ ήπιες κλίσεις προς την χαράδρα του Ενιπέα. Το μονοπάτι είναι καλογραμμένο και κινείται κυρίως σε δάσος πεύκου αλλά και οξιάς περιστασιακά. Περίπου 2 χλμ πιο κάτω και σε υψόμετρο 820 μέτρων, βγαίνουμε μπροστά σε διχάλα του μονοπατιού, στην οποία ακολουθούμε το δεξί, κατηφορικό σκέλος και σε ακόμα ένα χιλιόμετρο πιο κάτω (Κ-80) βγαίνουμε στη συμβολή του μονοπατιού που ακολουθήσαμε για 3χλμ με το περίφημο διεθνές μονοπάτι Ε4. Εδώ βρίσκεται και το 15ο Σημείο Ελέγχου του αγώνα, με την ονομασία «Καστάνα», σε υψόμετρο 650 μέτρων, σε ένα κομβικό σημείο της διαδρομής.

37. Εδώ στρεφόμαστε αριστερά, και κατευθυνόμαστε ουσιαστικά και πάλι στην καρδιά του βουνού, με προορισμό τα «Πριόνια», 6 χιλιόμετρα μακρύτερα. Το πρώτο σημείο αναφοράς μετά τη διασταύρωση-διχάλα που φτάνουμε μόλις 100 μέτρα από εκεί, είναι το πρώτο από τα 8 συνολικά ξύλινα γεφύρια που θα περάσουμε μέχρι το σταθμό των Πριονιών. Το γεφύρι βρίσκεται πάνω στο Ρέμα Γιάννακα, σε υψόμετρο 630 μέτρων. Αυτό το σημείο αποτελεί και το χαμηλότερο υψόμετρο μέχρι το τέλος σχεδόν του αγώνα για τα επόμενα 23 χιλιόμετρα. Συνεχίζουμε στην αριστερή πλευρά της κοίτης του Ενιπέα ποταμού, ο οποίος ρέει αρκετά πιο χαμηλά από το επίπεδο του μονοπατιού για την ώρα. Σε 500 μέτρα περίπου από το πρώτο γεφύρι, το μονοπάτι βρίσκεται πλέον μέσα στην κοίτη του Ενιπέα στην τοποθεσία «Κολωνιάρη» και περνά στην απέναντι όχθη του με το δεύτερο ξύλινο γεφύρι και μετά από μια πολύ σύντομη ανηφόρα και μια αντίστοιχη κατηφόρα, όχι πάνω από 200 μέτρα στο σύνολο, ξαναπερνά το ποτάμι απέναντι. Από εδώ ξεκινά ένας εξαιρετικά απότομος ανήφορος, σύντομος ωστόσο και σε 300 μέτρα περίπου το μονοπάτι διασταυρώνεται με ρυάκι που κυλά προς τον Ενιπέα, στο ρέμα του Κοκκώνα. Το νερό και σε αυτήν την περίπτωση, όπως και σε όλες τις υπόλοιπες πριν αλλά και μετά, είναι πεντακάθαρο και πόσιμο! Συνεχίζοντας ακόμα 150 μέτρα, ξαναπερνάμε τον Ενιπέα στην απέναντι πλευρά του, με το 4ο στη σειρά γεφύρι. Μια σύντομη και πάλι ανηφόρα και σε ακόμα 150 μέτρα βρισκόμαστε μπροστά στην 5η κατά σειρά γέφυρα της διαδρομής, την οποία και περνάμε απέναντι. Από εδώ, σε απόσταση 300 μέτρων φτάνουμε σε ένα σημείο αναφοράς στο βουνό, το αποκαλούμενο «Άγιο Σπήλαιο», το χώρο που φέρεται ότι μόνασε στο μακρινό παρελθόν ο Άγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω. Δυο δεκάδες περίπου τσιμεντένια σκαλιά βγάζουν το μονοπάτι μας ψηλότερα μέσα σε ελάχιστα μέτρα και μετά το μονοπάτι φαρδαίνει και η κλίση του εξομαλύνεται. Αφού διανύσουμε λιγότερο από ένα χιλιόμετρο από το Άγιο Σπήλαιο, σε τμήμα του μονοπατιού αρκετά πολυσύχναστο την περίοδο του καλοκαιριού, φτάνουμε στο 6ο γεφύρι, περίπου στο Κ-83 της διαδρομής. Πρόκειται για το πλέον επισκέψιμο από τα 8 γεφύρια του Ενιπέα, γιατί βρίσκεται ακριβώς κάτω από το παλιό μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, ένα από τα σημαντικά αξιοθέατα του βουνού, προσβάσιμο μάλιστα με ασφαλτόδρομο. Περνάμε και αυτό το γεφύρι απέναντι και τώρα πλέον για το μεγαλύτερο κομμάτι της απόστασης που απομένει μέχρι τα Πριόνια, έχουμε το ποτάμι στα αριστερά μας, να κυλά στην αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που κινούμαστε εμείς, πηγαίνοντας προς τις πηγές του. Οι κλίσεις για τα επόμενα 2 χιλιόμετρα είτε είναι ήπιες, είτε και εξομαλύνονται απόλυτα σε κάποιες περιπτώσεις. Η βλάστηση τριγύρω είναι η τυπική που συναντάμε κοντά στο ποτάμι, με πλατύφυλλα αλλά και πεύκα όταν απομακρυνόμαστε από την κοίτη. Σε 1,5 χιλιόμετρα από το τελευταίο γεφύρι που περάσαμε, το μονοπάτι βγαίνει στιγμιαία (περίπου για 50 μέτρα) σε χωματόδρομο στην τοποθεσία «Παλιοπρίονο» και αμέσως μετά ανηφορίζει στα αριστερά του. Μερικές στροφές ακόμα και περνάμε την 7η γέφυρα απέναντι. Ένας απότομος ανήφορος για το μονοπάτι, σύντομος ωστόσο και σε 200 ακόμα μέτρα περνάμε την 8η και τελευταία γέφυρα και ακριβώς μπροστά μας βρίσκεται πλέον η τοποθεσία Πριόνια. Ένα ασφαλτοστρωμένο parking με ατέλειωτα αυτοκίνητα παρκαρισμένα την καλοκαιρινή περίοδο, είναι η τοποθεσία με το κάπως παραπλανητικό όνομα.

 

8.  ΠΡΙΟΝΙΑ - ΠΕΤΡΟΣΤΡΟΥΓΚΑ - ΛΙΤΟΧΩΡΟ

Τμήμα Διαδρομής Επιμέρους απόσταση Συνολική απόσταση Επιμέρους ανάβαση Συνολική ανάβαση Επιμέρους κατάβαση Συνολική κατάβαση Υψόμετρο Σταθμού Ονομασία Σταθμού Όριο Αποκλεισμού
Πριόνια Λιτόχωρο 18,6 χλμ 110 χλμ 1075 μ+ 7080 μ+ 1885 μ+ 7080 μ- 280 Λιτόχωρο 34:00 ω

 

38. Εδώ στα Πριόνια, στο Κ-86 της διαδρομής και σε υψόμετρο 1070 μέτρων, έχουμε ένα εξαιρετικά κομβικό σημείο του αγώνα! Πέρα από τον σταθμό υποστήριξης, τον 9ο από τους 10 συνολικά, υπάρχει και χρονικό σημείο αποκλεισμού, προσδιορισμένο στις 25 ώρες αγώνα. Το κρισιμότερο όμως στοιχείο για τα Πριόνια, είναι το ξεκίνημα μιας σύντομης (2 χιλιόμετρα) ανηφόρας, η οποία όμως έχει μεγάλη κλίση και σε αυτήν την απόσταση προστίθενται σχεδόν 600 μέτρα ανάβασης! Πρόκειται για την αρχή του διαβόητου «Γουμαρόσταλου», μιας επίπονης ανάβασης που μετά από 5 χιλιόμετρα και 1600 μέτρα ανάβασης οδηγεί τον πεζοπόρο στο Οροπέδιο των Μουσών, μέσα από μια εντυπωσιακή διαδρομή, η οποία τυχαίνει να αποτελεί και αγωνιστικό γεγονός για τη διοργάνωσή μας (Goumarostali Vertical Mile). Η ανηφόρα του Γουμαρόσταλου, το τμήμα της των 2 χλμ που αφορά τον Mythical, ξεκινά από την δυτική άκρη του parking στα Πριόνια, με την πιο απότομη κλίση που θα μπορούσε να υπάρχει στα πρώτα λίγα βήματά της όμως. Στη συνέχεια η κλίση εκλογικεύεται σε ένα βαθμό και το μονοπάτι στριφογυρίζει ανηφορίζοντας σε δάσος οξιάς, κερδίζοντας γρήγορα και συνεχόμενα υψόμετρο. Η σήμανση σε αυτό το τμήμα είναι πολύ ιδιαίτερη, με το γαλάζιο χρώμα να κυριαρχεί παντού και να είναι το χαρακτηριστικό στοιχείο. Μετά το πέρασμα από το σκιερό και δροσερό δάσος της οξιάς, η διαδρομή βγαίνει σε ανοιχτωσιά συνεχίζοντας πάντα να ανηφορίζει, σε αραιή βλάστηση με πεύκα κυρίως. Ο έντονος ανήφορος στο πρώτο 1,5 χιλιόμετρο διακόπτεται μόνο δύο φορές με ευθεία, δίνοντας ανάσες στον αθλητή για τη συνέχεια. Η βλάστηση είναι πλέον πυκνή, με μεγάλα δέντρα οξιάς και πεύκου. Περίπου στο 1,7 χιλιόμετρο συναντάμε υποτυπώδη διασταύρωση με πινακίδα «Κοφτό» να οδηγεί αριστερά. Δεν το λαμβάνουμε όμως υπόψιν και συνεχίζουμε ευθεία, στην κατεύθυνση της πινακίδας προς «Γουμαροστάλι». Από εδώ και πέρα η ανηφορική κλίση του μονοπατιού γίνεται ηπιότερη από πριν και σύντομα (500μ περίπου) φτάνουμε σε χαρακτηριστικό πλάτωμα, με ασπριδερό, αργιλώδες χώμα. Πινακίδες διάφορες εδώ, δείχνουν προς κάθε κατεύθυνση, μία μάλιστα από αυτές με την ένδειξη NERO, οδηγεί σε 300 μέτρα σε απομακρυσμένη πηγή νερού. Εδώ λοιπόν, βρίσκεται η τοποθεσία Αμμούδα, σε υψόμετρο 1700 μέτρων.

39. Εδώ στην Αμμούδα, κοιτώντας στην πρώτη ανηφορική στροφή του μονοπατιού, βλέπουμε κόκκινη πινακίδα με δεξιά κατεύθυνση και την ένδειξη “Petrostrougka”. Ακολουθούμε αυτό το μονοπάτι, το οποίο γενικά έχει βόρεια κατεύθυνση και σε 4 χιλιόμετρα περίπου καταλήγει στο καταφύγιο της Πετρόστρουγκας. Η σήμανση εδώ είναι μεν ασπροκόκκινη πάνω στα δέντρα αλλά με μια κόκκινη κυκλική περιφέρεια σε άσπρο φόντο. Αρχικά, κινούμαστε σε πολύ ήπιες κλίσεις, σε δάσος ρόμπολου, για να ακολουθήσει ένας σύντομος και απότομος ανήφορος που στην έξοδό του, μισό χιλιόμετρο μετά την Αμμούδα θα φέρει το μονοπάτι να διασχίζει μια ρηχή και ξερή ρεματιά, έναν χείμαρρο, με ανοιχτή θέα προς τον ανήφορο. Εδώ βρίσκεται το ρέμα του Γκαβού (οπλαρχηγός στα χρόνια της Τουρκοκρατίας). Από εδώ και πέρα και μέχρι το τέλος στην Πετρόστρουγκα 3,5 χιλιόμετρα μακρύτερα, οι κλίσεις του μονοπατιού αυτού είναι εξαιρετικά ήπιες, συγκρινόμενες με εκείνες που συναντήσαμε από τα Πριόνια μέχρι εδώ. Η πορεία του μονοπατιού κατευθύνεται ΒΑ, σε ανοιχτό δάσος ρόμπολου αποκλειστικά και στα δεξιά μας ξεχωρίζει το γενικό πλάνο του νότιου συγκροτήματος του βουνού, του Καλόγερου. Περίπου στο 90ο χιλιόμετρο βλέπουμε πως στις απότομες πλαγιές κάτω από το μονοπάτι, διακρίνεται μια υποτυπώδης κατασκευή, στην οποία καταλήγουν πλαστικοί σωλήνες. Εδώ βρίσκεται ο «Στράγγος», μια μικρή πηγή που στο παρελθόν αξιοποιήθηκε για χρήση των ορειβατών. Από εδώ και για τα επόμενα 2 χιλιόμετρα μέχρι το καταφύγιο της Πετρόστρουγκας, μαύρα λάστιχα μεταφοράς νερού απλώνονται κατά μήκος του μονοπατιού! Στο ένα χιλιόμετρο από το Στράγγο, υπάρχει διασταύρωση προς τα πάνω (Ανάθεμα) και προς τα κάτω (Κόκα) την οποία και αγνοούμε συνεχίζοντας μπροστά. Η κλίση στο μονοπάτι εκμηδενίζεται για κάποια απόσταση αλλά το μοτίβο της βλάστησης παραμένει το ίδιο, όπως το ίδιο παραμένει και το μαύρο λάστιχο του νερού μέσα στο μονοπάτι! Κάποιες μικρές ανηφόρες στη συνέχεια σε ένα μονότονο τοπίο τριγύρω, που δείχνει μια αέναη επανάληψη και ξαφνικά προβάλει μπροστά μας για δεύτερη φορά το καταφύγιο της Πετρόστρουγκας, μετά από 75 χιλιόμετρα αγώνα (το είχαμε συναντήσει για πρώτη φορά στο Κ-18). Τώρα βρισκόμαστε πλέον στο 92ο χιλιόμετρο της διαδρομής και μας απομένουν μόλις 12 χιλιόμετρα για τον τερματισμό. Εδώ βρίσκεται και ο τελευταίος μεγάλος σταθμός υποστήριξης του αγώνα.

40. Από την Πετρόστρουγκα ακολουθούμε το κεντρικό μονοπάτι που συνδέει το Οροπέδιο των Μουσών με τη Γκορτσιά, σημείο αφετηρίας για πάρα πολλούς πεζοπόρους που επισκέπτονται το καλοκαίρι τον Όλυμπο. Ένας μακρόσυρτος κατήφορος 5 χιλιομέτρων πάνω στο δεύτερο πιο κεντρικό μονοπάτι του βουνού, κατευθύνεται νότια αρχικά και ανατολικά στη συνέχεια. Το μονοπάτι εξαιρετικά φαρδύ εδώ και σε αρκετές περιπτώσεις διαιρείται στα δύο για λίγο, για να ενωθεί και πάλι πιο κάτω ξανά. Η βλάστηση μεταβάλλεται σταδιακά από ρόμπολα σε οξιές και σε ένα χιλιόμετρο από το καταφύγιο φτάνουμε σε χαρακτηριστικό μικρό αυχένα με θέα και ένα παγκάκι για να ξεκουράζονται οι πεζοπόροι. Εδώ στα 1750 μέτρα υψόμετρο είναι η τοποθεσία «Κόκα» (=διάσελο). Ο κατήφορος συνεχίζεται μέσα σε πυκνό δάσος οξιάς με ψηλόκορμα δέντρα και το μονοπάτι κατακερματίζεται δεξιά κι αριστερά, για να ενωθεί και πάλι στο τέλος σε ένα και μοναδικό, όταν αυτό το επιβάλει πλέον το ανάγλυφο του εδάφους. Αρκετά στριφογυρίσματα αλλά σε μικρές πλέον κλίσεις, ενίοτε και ελαφρά ανηφορικές παρά τη γενική κατωφέρεια, φέρνουν το μονοπάτι να περνά άλλοτε από μικτή βλάστηση και άλλοτε από πλατύφυλλες οξιές και κάποια στιγμή, 3 χιλιόμετρα από το καταφύγιο, το μονοπάτι βγαίνει σε ξέφωτο στα 1450μ υψόμετρο, όπου και ξύλινο κιόσκι και στρέφεται δεξιά. Εδώ είναι η θέση «Μπάρμπα» και από εδώ απομένουν 2 ακόμα χιλιόμετρα μέχρι τη Γκορτσιά και το μονοπάτι μέχρι εκεί, αν και φαρδύ, είναι αρκετά περίπλοκο με ρίζες και βράχους και απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, ειδικά όταν κάποιος είναι ιδιαίτερα κουρασμένος. Εντυπωσιακά κακό, το δεύτερο πιο κεντρικό μονοπάτι του Ολύμπου εδώ, κυρίως από τη χρόνια διάβρωση που προκαλούν τα μουλάρια που μεταφέρουν φορτία στα καταφύγια της περιοχής. Ρίζες που προεξέχουν πολλά εκατοστά πάνω από το έδαφος, καθώς και ελεύθερες πέτρες και μικροί βράχοι πάνω στο μονοπάτι, είναι τα βασικά εμπόδια για όλους. Τελικά, το μονοπάτι εισέρχεται σε ράχη, φαρδιά και δασωμένη και μοιάζει σε κάποιες περιπτώσεις με δρόμο εξαιτίας του πλάτους που αποκτά. Λίγο πιο κάτω, το μονοπάτι σβήνει πάνω σε δασικό χωματόδρομο που κατηφορίζει και σε 100 μέτρα σβήνει κι αυτός με τη σειρά του σε ασφαλτόδρομο. Όλη αυτή η περιοχή ονομάζεται «Γκορτσιά» (=αγριαχλαδιά). Μπαίνοντας στην άσφαλτο, κινούμαστε προς τα αριστερά για 300 μέτρα, όπου συναντάμε στην άκρη του δρόμου το προτελευταίο και ομώνυμο Σημείο Ελέγχου του αγώνα («Γκορτσιά»). Βρισκόμαστε στο Κ-97, σε υψόμετρο 1100 μέτρων.

41. Ακριβώς μπροστά στο σταθμό, ανάμεσα σε δύο πινακίδες της τροχαίας στην άκρη της ασφάλτου, ξεκινά το μονοπάτι πάνω στο οποίο συνεχίζεται η διαδρομή του αγώνα για τα τελευταία του 7 χιλιόμετρα. Το μονοπάτι είναι ευθύ αρχικά και με λογική κατηφορική κλίση, στη συνέχεια παίρνει μερικές στροφές και αφού περάσει μια χαρακτηριστική γέρικη βελανιδιά, «δέντρο» όπως αποκαλούν τις βελανιδιές σε πολλά μέρη αλλά και στο Λιτόχωρο, το μονοπάτι ξεκινά έναν απότομο κατήφορο σε αρκετά κακό τερέν. Σε λιγότερα από 100 μέτρα, το μονοπάτι βγαίνει σε θαμνότοπο με εξαιρετική θέα στο νότο. Δύσκολο το κατέβασμα σημειακά εδώ, ανάμεσα σε βράχια και αρκετά στριφογυρίσματα πιο κάτω, με τέλος σε μεγάλο χορταριασμένο ξέφωτο, μισό χιλιόμετρο από το ξεκίνημα στην άσφαλτο και σε υψόμετρο 900 μέτρων, στην τοποθεσία «Ασπρόγειες» (σχετική πινακίδα), ένα σημείο με πανοραμική θέα σχεδόν παντού. Εδώ ακολουθούμε και πάλι την αριστερή –και ανατολική- κατεύθυνση του νέου μονοπατιού στο οποίο μόλις βρεθήκαμε. Η κλίση εκμηδενίζεται σχεδόν αμέσως και στα 150 μέτρα από την πινακίδα, βρισκόμαστε σε πηγή με δροσερό πόσιμο νερό, στην άκρη του μονοπατιού. Συνεχίζουμε και το μονοπάτι κάνει αρκετά μικρά ανεβοκατεβάσματα καθώς κινείται ανατολικά, μέσα σε ανάμικτη βλάστηση πεύκου, οξιάς και αείφυλλων περιστασιακά. Εδώ κινούμαστε πάνω στο μονοπάτι του Προσήλιου Ενιπέα, ένα ιστορικό μονοπάτι που κάποτε συνέδεε το Λιτόχωρο με το ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, στην καρδιά της χαράδρας του Ενιπέα (σήμερα πια αρχαιολογικός χώρος). Το επόμενο κομβικό σημείο της πορείας του αθλητή εδώ, είναι η διασταύρωση στην τοποθεσία Χαντόλια, στα 2,5 χιλιόμετρα από τις Ασπρόγειες. Το ανάπτυγμα των 2,5 χιλιομέτρων δίνει και 150 μέτρα ανάβασης, κάτι που σε φυσιολογικές συνθήκες δεν γίνεται σχεδόν αντιληπτό, στην περίπτωση όμως του Mythical, η κόπωση είναι προφανής, άρα και η κάθε μικρή ανάβαση μοιάζει πολύ μεγαλύτερη από ότι είναι στην πραγματικότητα. Φτάνοντας στην τοποθεσία «Χαντόλια» απομένουν 3,5 χιλιόμετρα κατήφορου για τον τερματισμό. Αυτή η γραμμή ταυτίζεται ακριβώς με τα πρώτα 3,5 χιλιόμετρα της διαδρομής του αγώνα (το 0.0 – 3.5 είναι το ίδιο με το 100.5 – 104.0). Η μόνη διαφορά που αξίζει να σημειωθεί, είναι πως στη Ζηλνιά, υπάρχει σταθμός υδροδοσίας και Σημείο Ελέγχου